δημοφιλής

  • 61φιλήμων — I Όνομα ιστορικών και μυθολογικών προσώπων. 1. Μυθολογικό πρόσωπο, που ζούσε στη Φρυγία με τη σύζυγό του Βαυκίδα, και φιλοξένησαν τον Δία στη φτωχική καλύβα τους. Σύμβολο συζυγικής αγάπης και ζευγάρι πολύ αγαπητό στους θεούς. Μετά τον θάνατό τους …

    Dictionary of Greek

  • 62χαλκεία — Γιορτή των αρχαίων Αθηναίων, που αποσκοπούσε στην απόδοση τιμής, στον Ήφαιστο και στην Αθηνά Εργάνη. Η γιορτή αυτή, που ήταν στους παλαιότερους χρόνους ιδιαίτερα δημοφιλής, άρχισε να παρακμάζει τον 4o αι. π.Χ. και τελικά την τηρούσαν μόνο όσοι… …

    Dictionary of Greek

  • 63χαμπανέρα — Χορός πιθανότατα κουβανικής ή αφροκουβανικής καταγωγής. H ονομασία του προέρχεται από το όνομα της πρωτεύουσας της Κούβας Αβάνας. Ο χορός διαδόθηκε πολύ στις ισπανόγλωσσες χώρες και ήταν αρκετά δημοφιλής τον 19o αι., χάρη κυρίως στις συνθέσεις… …

    Dictionary of Greek

  • 64ύμνος — Ποιητικομουσική σύνθεση, της οποίας κεντρικό στοιχείο είναι –από αρχαιοτάτων χρόνων– η εξύμνηση, ακόμα και τελετουργική, των θεοτήτων, των ηρώων, των δυνάμεων της φύσης. Στην έννοια αυτή περιλαβαίνονται οι μαγικοί ύ. των πρωτόγονων λαών, οι… …

    Dictionary of Greek

  • 65Ακέφαλοι — Χαρακτηρίζονται έτσι στην εκκλησιαστική ιστορία οι μονοφυσίτες της Αιγύπτου που αποκήρυξαν τον πατριάρχη Αλεξανδρείας Πέτρο τον Μογγό, γιατί είχε συνυπογράψει με τους πατριάρχες Αντιοχείας Πέτρο τον Γναφέα και Ιεροσολύμων Μαρτύριο το γνωστό… …

    Dictionary of Greek

  • 66ακουαρέλα ή υδατογραφία — Ζωγραφική κυρίως επάνω σε χαρτί ή σε μεταξωτό, με χρώματα διαλυμένα σε νερό, μαζί με λίγη κόλλα που τους εξασφαλίζει συνεκτικότητα. Αντίθετα από την γκουάς, όπου τα χρώματα είναι αδιαφανή, στην α. τα χρώματα είναι διαφανή και αφήνουν να… …

    Dictionary of Greek

  • 67Αλεμάν, Ματέο — (Mateo Aleman, 1547 – 1615). Ισπανός συγγραφέας. Έγραψε, μεταξύ άλλων, ένα από τα καλύτερα πικαρεσκικά μυθιστορήματα, τη Ζωή του Πίκαρο Γκουθμάν ντε Αλφαράτσε (Vida delpicaro Guzman de Alfarache).Γρήγορα έγινε εξαιρετικά δημοφιλής και γνωστός στο …

    Dictionary of Greek

  • 68Αντό, Φλάβιο — (Flavio Ando, 1851 – 1915). Ιταλός ηθοποιός. Υπήρξε o σπουδαιότερος ερμηνευτής ερωτικών κωμωδιών της εποχής του. Επί επτά έτη ήταν πρωταγωνιστής του θιάσου της Ελεονόρα Ντούζε. Η σύζυγός του Σελέστε (1845 1927) υπήρξε η πιο δημοφιλής ηθοποιός της …

    Dictionary of Greek

  • 69Αστεριάδη, Πόπη — (Αθήνα 1948 –). Τραγουδίστρια. Πρωτοεμφανίστηκε στον χώρο της μουσικής το 1965 και αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες εκπροσώπους του λεγόμενου Νέου Κύματος, μαζί με τους Μιχάλη Βιολάρη, Καίτη Χωματά κ.ά. Υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής τις… …

    Dictionary of Greek

  • 70Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …

    Dictionary of Greek