δεσπότῃ

  • 61Αλέξιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Α. ο άνθρωπος του Θεού (4ος αι.). Καταγόταν από τη Ρώμη, γιος του πατρικίου Ευφημιανού και της Αγλαΐδας. Νυμφεύτηκε ύστερα από πίεση των γονέων του, την ίδια όμως μέρα του γάμου του αναχώρησε για… …

    Dictionary of Greek

  • 62Αμεδαίος — I (Amedeo). Όνομα Ιταλών ηγεμόνων του οίκου της Σαβοΐας (11ος 15ος αι.). 1. Α. A’(1000 – 1060). Κόμης της Σαβοΐας, γιος και διάδοχος του Ουμβέρτου του Λευκόχειρα, γενάρχη του οίκου, που πρώτος συγκρότησε το φέουδο –αργότερα κρατίδιο– της Σαβοΐας …

    Dictionary of Greek

  • 63Αργυρόπουλος — I Επώνυμο οικογένειας Βυζαντινών λογίων. 1. Ιωάννης (περ. 1415 – 1487). Λόγιος και σοφός της Αναγέννησης. Σπούδασε φιλοσοφία και θεολογία, παραβρέθηκε στη σύνοδο της Φεράρα και Φλωρεντίας (1438) ως απλός διάκονος και ασχολήθηκε με την εκμάθηση… …

    Dictionary of Greek

  • 64βαρόνος — Τίτλος ευγενείας. Ο όρος προήλθε από την κελτική ή γερμανική λέξη baro, που σημαίνει άνθρωπος. Στα φιλολογικά κείμενα και τα ποιητικά έργα του 12ου και 13ου αι., ο τίτλος υπάρχει και αποδίδεται στους ανδρείους, τους ισχυρούς, τους άγιους και στον …

    Dictionary of Greek

  • 65Βατάτζης, Ιωάννης — Βυζαντινός αυτοκράτορας της Νίκαιας (1222 1254). Βασίλεψε στον θρόνο της Νίκαιας, του σπουδαιότερου από τα τρία ελληνικά κράτη που δημιουργήθηκαν το 1204, μετά την κατάλυση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους Φράγκους. Ο Β. είναι ο αυτοκράτορας …

    Dictionary of Greek

  • 66Βιλεαρδουίνος ή Βιλαρδουίνος — (Villehardouin).Εξελληνισμένο επώνυμο Γάλλων πριγκίπων, ηγεμόνων της Πελοποννήσου (1210 78), επί φραγκοκρατίας. 1. Ζοφρουά (Γοδεφρείδος) ντε Βιλαρντουέν (Geoffroi deVillehardouin, Τρουά 1160; – Μακεδονία 1213;). Γάλλος συγγραφέας, ιστορικός και… …

    Dictionary of Greek

  • 67Γαλαξίδι — Κωμόπολη (1.718 κάτ.) του νομού Φωκίδος, στη βόρεια ακτή του Κορινθιακού κόλπου, έδρα του ομώνυμου δήμου. Στην περίοδο της ιστιοφόρου ναυτιλίας, το Γ. γνώρισε μεγάλη ακμή και ήταν πασίγνωστο για τον μεγάλο στόλο, τον πλούτο και τη ναυτική… …

    Dictionary of Greek

  • 68Γεώργιος ο Βαρδάνης — (13ος αι.). Μητροπολίτης Κερκύρας (1228 36). Φίλος του Μιχαήλ και του Ιωάννη Ακομινάτου, πέτυχε την αναγνώριση των προνομίων της μητρόπολής του με χρυσόβουλο από τον δεσπότη της Ηπείρου Θεόδωρο Αγγελώνυμο Κομνηνό. Υπήρξε λόγιος και συγγραφέας… …

    Dictionary of Greek

  • 69Γουδέλης — I Επώνυμο οικογένειας που άκμασε κατά τους τελευταίους αιώνες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. 1. Δημήτριος. Αξιωματούχος. Άκμασε επί Μανουήλ Β’ του Παλαιολόγου (1391 25). 2. Νικόλαος. Μνημονεύεται από τον Λεονάρδο τον Χίο και άλλους ιστορικούς της… …

    Dictionary of Greek

  • 70Γρηγόριος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Επίσκοπος Νεοκαισαρείας (Νεοκαισάρεια 213; – 270). Η γνωριμία του με τον χριστιανισμό άρχισε μετά τον θάνατο του πλούσιου και ειδωλολάτρη πατέρα του, ο οποίος του έδωσε επιμελημένη αγωγή. Σε ηλικία… …

    Dictionary of Greek