δεσπότῃ

  • 21Λευκάδα — I Νησί (303 τ. χλμ., 20.751 κάτ.) του Ιονίου πελάγους, Β της Κεφαλονιάς και της Ιθάκης και πολύ κοντά στην ακτή της Αιτωλοακαρνανίας, από την οποία τη χωρίζει στενός (25 μ.) τεχνητός δίαυλος (διώρυγα της Λ. ή Αλεξάνδρου). Η Λ. είναι το τέταρτο σε …

    Dictionary of Greek

  • 22Ναύπακτος — Πόλη (υψόμ. 15 μ., 12.924 κάτ.) του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Ήταν πρωτεύουσα της πρώην επαρχίας Ναυπακτίας στην οποία υπάγονταν τρεις δήμοι, 57 κοινότητες και 112 οικισμοί. Η Ν. είναι χτισμένη στον Κορινθιακό κόλπο, μεταξύ του Αντιρρίου και των… …

    Dictionary of Greek

  • 23Ορσίνης, Ιωάννης — Δεσπότης της Ηπείρου (1323 35). Ήταν γνωστός και ως Άγγελος Δούκας Κομνηνός. Αδελφός του Ιταλού κόμη της Κεφαλληνιάς Νικόλαου Ορσίνη, ο οποίος, αφού σκότωσε τον θείο του Θωμά Άγγελο, δεσπότη της Ηπείρου, έγινε κύριος του δεσποτάτου. Ο Ο. με τη… …

    Dictionary of Greek

  • 24Τόκκοι — Όνομα φλωρεντινής οικογένειας ευγενών, της οποίας πολλά μέλη εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα και πρωτοστάτησαν στην ιστορία των περιοχών τις οποίες διοικούσαν. Κυριότερα μέλη είναι: 1. Γουλιέλμος B’. Διοικητής της Κέρκυρας (1328 35). Παντρεύτηκε τη… …

    Dictionary of Greek

  • 25Τορνίκιος — Όνομα Βυζαντινής οικογένειας, που ήκμασε από τον 10o έως τον 14o αι. Γενάρχης της οικογένειας υπήρξε ο άρχοντας Αρμίνιος, ο οποίος εγκαταστάθηκε διά της βίας στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Ρωμανό A’ και έμεινε εκεί έως τον θάνατό του.… …

    Dictionary of Greek

  • 26владыка — ВЛАДЫК|А (889), Ы с. 1.Владыка, господин, хозяин: Ти ˫ако же вл҃дка стадоу (ὁ δεσπότης) Изб 1076, 123 об.; о посагаюштиихъ чрѣсъ волю. родитель своихъ. ли вл҃дкъ. васили˫а правило. (δεσποτῶν) КЕ XII, 8а; ре(ч) бо б҃ъ пр҃ркмь къ людьскымъ вл(д)кмъ …

    Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • 27господарь — ГОСПОДАР|Ь (60), Ѧ с. 1. Владелец, хозяин: господарь въ не тѩжѣ не дѣе. ГрБ № 247, XI; и рече господарь къ || отрокомъ. ЧудН XII, 70–71; Иже имѣньемь наимовавыи приключающаѩсѩ плодомь. безъмѣрныѩ пакости. ѿ гл҃емаго б҃и˫а гнѣва. еже есть гра(д)… …

    Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • 28CAEDIM lustrandi et expiandi ritus — apud Athenienses, olini sollennis memoratur Lege illâ apud Demosthenem comra Macart. Τοὺς δ᾿ ἀπογινομένους εν τοῖς δήμοις οὓς ἄν μηδεὶς ἀναιρῆται, ἐπατγελλέτρα ὁ Δήμαρχος τοῖς προσήκουσιν ἀναιρεῖν καὶ θάπτειν καὶ καθαίρειν τὸν δῆμον τῇ ἡμέρα?, ᾗ… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 29VENDENDI liberos jus — Parentibus concessum ex Romuli lege, cum iure vitae et necis, ac potestate δεσποτικῇ cousque se extendebat, ut ter vendere licitum fuerit filium, semel filiam et coeteros liberos, antequam emanciparentur. Unde et in LL. XII. Tabular. cautum… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 30Λευθεριώται — Λευθεριῶται, οι (Μ) προνομιούχοι ιερείς τής Κέρκυρας με χρυσόβουλλο τού δεσπότη τής Ηπείρου. [ΕΤΥΜΟΛ. < * Ἐλευθεριῶται] …

    Dictionary of Greek