δαφνῖτις
1δαφνῖτις — fem nom sg …
2δαφνίτις — η (Α δαφνῑτις) [δάφνη] ονομασία διαφόρων φυτών της οικογένειας ανακαρδιίδες …
3δαφνῖτιν — δαφνῖτις fem acc sg …
4δάφνη — (daphnae).Γένος δικοτυλήδονων φυτών της οικογένειας των θυμελαϊδών. Η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει οκτώ είδη, από τα οποία τα πιο διαδεδομένα είναι η δ. η μεζέρεια, η δ. η κνέωρη και η δ. η δαφνοειδής.Η πρώτη συναντάται στα δάση της χώρας μας.… …
5δαφνίτιδας — δαφνί̱τιδας , δαφνῖτις fem acc pl …
6δαφνίτιδος — δαφνί̱τιδος , δαφνῖτις fem gen sg …