δήμου
1Δήμου, Νίκος — (Αθήνα 1935 –). Συγγραφέας και δημοσιογράφος. Σπούδασε φιλοσοφία και αγγλική φιλολογία στο πανεπιστήμιο του Μονάχου την περίοδο 1954 60. Έχει γράψει πολλά βιβλία, πεζά, ποιήματα, φιλοσοφικές πραγματείες και δοκίμια. Σε πολλά από αυτά, με πιο… …
2Δήμου — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Ανδρέας. Καταγόταν από την Ύδρα. Ως υποπλοίαρχος πήρε μέρος σε πολλές ναυτικές επιχειρήσεις. Αναφέρεται και με το επώνυμο Κυριακόπουλος. 2. Βασίλειος. Καταγόταν από τον Βάλτο. Πολέμησε στην Άρτα, στο Μεσολόγγι, στο… …
3Δημοῦ — Δημώ fem nom/voc/acc dual …
4δημοῦ — δημόομαι sing a popular song pres imperat mp 2nd sg δημόομαι sing a popular song imperf ind mp 2nd sg (homeric ionic) δημός fat masc gen sg …
5Δήμου — Δῆμος district masc gen sg …
6δήμου — δή̱μου , δῆμος district masc gen sg …
7Μουσείο, Σπαθάρειο Θεάτρου Σκιών Δήμου Αμαρουσίου — Εγκαινιάστηκε τον Ιούνιο του 1995 σ’ ένα νεοκλασικό κτίριο στο Μαρούσι (Βασιλίσσης Σοφίας & Δημητρίου Ράλλη), στην ίδια πλατεία (Κασταλίας) όπου το 1942 ξεκίνησε την καριέρα του ως καραγκιοζοπαίχτης ο Ευγένιος Σπαθάρης. Είναι ένα μουσείο μοναδικό …
8εκκλησία του δήμου — Στην ελληνική αρχαιότητα ονομάζονταν έτσι οι λαϊκές συνελεύσεις, που αποτελούσαν το ανώτατο όργανο άσκησης της εξουσίας στη δημοκρατική πολιτεία. Στην ε. του δ. συμμετείχαν, με δικαίωμα λόγου και ψήφου, όλοι οι πολίτες –οι ελεύθεροι από πατέρα… …
9Δημούχοις — Δημού̱χοις , Δημοῦχος protectors masc dat pl …
10δημούχοις — δημού̱χοις , δημοῦχος protectors masc/fem/neut dat pl …