δήμου

  • 91πρόσοδος — Όρος που χρησιμοποιείται για το σύνολο των εσόδων που εισπράττει περιοδικά ένα πρόσωπο (τόκοι, μερίσματα, ενοίκια, διατροφές κλπ.), ή γενικότερα για το εισόδημα που έχει κάποιος χωρίς να εργάζεται. Στην οικονομία η π. (ή συνηθέστερα η έγγεια π.) …

    Dictionary of Greek

  • 92πυλαία — Όνομα δύο οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 140 μ.) στην πρώην επαρχία Αλεξανδρούπολης του νομού Έβρου. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (82 τ. χλμ.). 2. Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 90 μ.) του νομού Θεσσαλονίκης. Βρίσκεται στο νοτιανατολικό… …

    Dictionary of Greek

  • 93πύθιο — Όνομα δύο οικισμών, 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ.) στην πρώην επαρχία Διδυμοτείχου του νομού Έβρου. Είναι του ομώνυμου δήμου (26 τ. χλμ.). 2. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 720 μ.) στην πρώην επαρχία Ελασσόνας του νομού Λαρίσης. Είναι έδρα του… …

    Dictionary of Greek

  • 94σπευσίνιοι — Αστυνομικοί της αρχαίας Αθήνας. Ήταν δούλοι που κατάγονταν από διάφορες βαρβαρικές χώρες. Είχαν γενικά αστυνομικά καθήκοντα και κυρίως ήταν επιφορτισμένοι με το καθήκον της τήρησης της τάξης και της περιφρούρησης της απρόσκοπτης λειτουργίας των… …

    Dictionary of Greek

  • 95συνεκκλησιάζω — ΜΑ μσν. εκκλησιάζω συγχρόνως αρχ. συμμετέχω σε συνέλευση τής εκκλησίας τού δήμου («τῷ συνεκκλησιάζειν καὶ δικάζειν μόνον μετεῑχον τῆς πολιτείας», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ἐκκλησιάζω «μετέχω στη συνέλευση, στην εκκλησία τού δήμου,… …

    Dictionary of Greek

  • 96σύγκλητος — Νομοθετικό και διοικητικό σώμα διάφορων πολιτειών και κυρίως η ρωμαϊκή γερουσία (senatus). Στην αρχαία Αθήνα Σ. λεγόταν, η έκτακτη σύνοδος της εκκλησίας του δήμου (σύγκλητος εκκλησία). Σ. λέγεται σήμερα το ανώτατο διοικητικό σώμα από καθηγητές… …

    Dictionary of Greek

  • 97ταμίας — Ονομάζεται τ. εκείνος ο οποίος διευθύνει ένα ταμείο, ο αρμόδιος για την είσπραξη και πληρωμή χρημάτων καθώς και εκείνος, ο οποίος διαχειρίζεται την περιουσία συλλόγων, σωματείων, συνεταιρισμών κλπ. Κατά την αρχαιότητα ονομάζονταν ταμίαι… …

    Dictionary of Greek

  • 98τριάδα — Oνομασία 3 οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 120 μ.), στην πρώην επαρχία Χαλκίδας, του νομού Ευβοίας. Βρίσκεται A των Ψαχνών. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (41 τ. χλμ.). 2. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 830 μ.), στην πρώην επαρχία Βοΐου, του νομού… …

    Dictionary of Greek

  • 99υπάτη — Hμιορεινός οικισμός (υψόμ. 400) στην επαρχία Φθιώτιδας του ομώνυμου νομού. Bρίσκεται στις πλαγιές της Oίτης, στα δυτικά της Λαμίας. Eίναι έδρα του ομώνυμου δήμου (47 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκουν και τα χωριά Aμαλιώτη (υψόμ. 220), Bαρκά (υπόμ.… …

    Dictionary of Greek

  • 100φανός — I Το μεγαλύτερο νησί της συστάδας των Οθωνών. Bλ. λ. Οθωνοί. II Όνομα 2 οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 650 μ.) του νομού Φλώρινας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (13 τ. χλμ.). 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 375), στην επαρχία Παιονίας του… …

    Dictionary of Greek