δήμου

  • 101φαράγγι — Όνομα 3 οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 640 μ.) στην πρώην επαρχία Πωγωνίου του νομού Ιωαννίνων. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (6 τ. χλμ.). 2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 40μ.) στην πρώην επαρχία Αποκορώνου του νομού Χανίων. Υπάγεται διοικητικά… …

    Dictionary of Greek

  • 102φοινίκι — Όνομα 3 οικισμών. 1. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 20 μ.) στην πρώην επαρχία Καρπάθου του νομού Δωδεκανήσου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αρκάσας. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 180 μ.) στην πρώην επαρχία Επιδαύρου Λιμηράς του νομού Λακωνίας, έδρα του …

    Dictionary of Greek

  • 103χάρακας — Oνομασία 2 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 310 μ.), στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου, του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται κοντά στον Πύργο. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (18 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκουν και άλλοι 2 μικρότεροι οικισμοί, η Αγία… …

    Dictionary of Greek

  • 104χατζής — Oνομασία 2 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 200 μ.), στην πρώην επαρχία Αιγιαλείας, του νομού Αχαΐας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (3 τ. χλμ.) και βρίσκεται NΔ του Αιγίου. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 400 μ.), στην πρώην επαρχία Πυλίας,… …

    Dictionary of Greek

  • 105χειμαδιό — Oνομασία 3 οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 140 μ.) του νομού Ηλείας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (9 τ. χλμ.) και βρίσκεται BA του Πύργου. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ.) του νομού Κιλκίς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κοιλαδίου. 3.… …

    Dictionary of Greek

  • 106χρυσή — I Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, κόρη Βουλγάρου Χριστιανού, η οποία μαρτύρησε στο χωριό Σλάτενα της επαρχίας Μογλενών της Μακεδονίας επειδή δεν δέχτηκε να εξισλαμιστεί (1795). Η μνήμη της τιμάται στις 13 Οκτωβρίου. II Λέγεται και… …

    Dictionary of Greek

  • 107χρυσοπηγή — Oνομασία 5 οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 570 μ.), στην πρώην επαρχία Βάλτου, του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Φλωριάδας. 2. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 680 μ.), στην πρώην επαρχία Πατρών, του νομού Αχαΐας. Είναι έδρα… …

    Dictionary of Greek

  • 108ψήφισμα — το, ΝΜΑ, και δωρ. τ. ψάπιγμα και ψάφιγμα Α 1. απόφαση που λαμβάνεται με ψηφοφορία 2. (ειδικά στην αρχ. Αθήνα) απόφαση για οποιοδήποτε θέμα η οποία λαμβανόταν με ψηφοφορία από την βουλή ή από την εκκλησία τού δήμου («δήμου δὲδοκται παντελῆ… …

    Dictionary of Greek

  • 109ψυχικό — Oνομασία 3 οικισμών. 1. Δήμος (υψόμ. 190 μ.). Βρίσκεται στην επαρχία Αττικής, του νομού Ανατ. Αττικής. Το Ψ. είναι προάστιο της πρωτεύουσας. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 250 μ.) του νομού Λαρίσης. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (15 τ. χλμ.). 3.… …

    Dictionary of Greek

  • 110Αγγλέζης — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Παναγιώτης. Καταγόταν από την Αράχοβα του δήμου Καρυών. Πολέμησε στην Πελοπόννησο. 2. Παρασκευάς. Καταγόταν από την Αράχοβα του δήμου Οινούντας (Λακωνία) και πήρε μέρος σε στρατιωτικές επιχειρήσεις με τον Πέτρο… …

    Dictionary of Greek