-
1 δέκα
[дэка] αριθμ. ακλ. десять,Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > δέκα
-
2 десять
δέκα.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > десять
-
3 вдесятеро
Русско-греческий словарь научных и технических терминов > вдесятеро
-
4 за
за 1) (позади, вне ) από πίσω (или πέρα) από; για за вокзалом πίσω από το σταθμό за рекой πέρα από το ποτάμι за Москвой πέρα (или έξω) από τη Μόσχα бросить что-либо за окно πετώ κάτι από το παράθυρο; идти за кем-л. ακολουθώ κάποιον 2) (возле) σε κοντά, γύρω από сесть за сгол κάθομαι στο τραπέζι 3) (н.а расстоянии) από, σε απόσταση за десять километров до... δέκα χιλιόμετρα από..- 4) (о сроке) πριν, προ за десять дней до... δέκα μέρες πριν από... за десять дней μέσα σε δέκα μέρες 5) (о йене): за наличный расчёт τοις μετρητοίς купить билет за пять рублей αγοράζω εισιτήριο των πέντε ρουβλιών 6) (цель ) για послать за доктором στέλνω να φωνάξουν το γιατρό бороться за мир αγωνίζομαι για την ειρήνη 7) (направление действия): держаться за перила κρατιέμαι από το κιγκλίδωμα приняться за работу αρχίζω τη δουλειά 8): уважать за храб* * *1) (позади, вне) από; πίσω ( или πέρα) από; γιαза вокза́лом — πίσω από το σταθμό
за реко́й — πέρα από το ποτάμι
за Москво́й — πέρα ( или έξω) από τη Μόσχα
бро́сить что́-либо за окно́ — πετώ κάτι από το παράθυρο
идти́ за кем-л. — ακολουθώ κάποιον
2) ( возле) σε; κοντά, γύρω από3) ( на расстоянии) από, σε απόστασηза де́сять киломе́тров до... — δέκα χιλιόμετρα από…
4) ( о сроке) πριν, προза де́сять дней до... — δέκα μέρες πριν από…
за де́сять дней — μέσα σε δέκα μέρες
5) ( о цене)за нали́чный расчёт — τοις μετρητοίς
купи́ть биле́т за пять рубле́й — αγοράζω εισιτήριο των πέντε ρουβλιών
6) ( цель) γιαпосла́ть за до́ктором — στέλνω να φωνάξουν το γιατρό
боро́ться за мир — αγωνίζομαι για την ειρήνη
7) ( направление действия)держа́ться за пери́ла — κρατιέμαι από το κιγκλίδωμα
приня́ться за рабо́ту — αρχίζω τη δουλειά
8)уважа́ть за хра́брость — εκτιμώ για την πάλικαριά
-
5 до
I до свидания! γεια χαρά!, χαίρετε! αντίο! καλή αντά μωση (до встречи) II до 1) ως, έως, μέχρι, ίσαμε до десяти часов утра μέχρι τις δέκα το πρωί от пяти до десяти часов вечера από τις πέντε με δέκα το βράδυ до сих пор ως τώρα (о времени), ως εδώ (о расстоянии)' до тридцати человек μέχρι τριάν τα άτομα дети до 16 лет τα παιδιά κάτω των δεκαέξι ετών 2) (прежде, перед) πριν, προ до нашего прихода πριν να ρθούμε; до нашей эры προ Χριστού* * *1) ως, έως, μέχρι, ίσαμεдо десяти́ часо́в утра́ — μέχρι τις δέκα το πρωί
от пяти́ до десяти́ часо́в ве́чера — από τις πέντε με δέκα το βράδυ
до сих по́р — ως τώρα ( о времени), ως εδώ ( о расстоянии)
до тридцати́ челове́к — μέχρι τριάντα άτομα
де́ти до 16 лет — τα παιδιά κάτω των δεκαέξι ετών
2) (прежде, перед) πριν, προдо на́шего прихо́да — πριν να ρθούμε
до на́шей э́ры — προ Χριστού
-
6 деситью
десить||юнареч δέκα φορές, δεκάκις:\деситьюю \деситью δέκα ἐπί δέκα. -
7 десятикопеечный
επ.δέκα καπικιών•-ая монета κέρμα δέκα καπικιών•
-ая марка ένσημο δέκα καπικιών.
-
8 десятью
-
9 в
в (во) в разн. знач. σε, σ', εις; για; в театре στο θέατρο в Москве στη Μόσχα; войти в дом μπαίνω στο σπίτι* ехать в Афины πηγαίνω στην Αθήνα в двух километрах σε απόσταση δύο χιλιομέτρων; в десять часов утра στις δέκα το πρωί в тысяча девятьсот , восемьдесят пятом году στα χίλια εννιακόσια ογδόντα πέντε; в прошлый раз την περασμένη φορά; в память чего-л. για ενθύμιο τινός в самом деле αλήθεια, πραγματικά* * *в разн. знач. воσε, σ’, εις; γιαв теа́тре — στο θέατρο
в Москве́ — στη Μόσχα
войти́ в дом — μπαίνω στο σπίτι
е́хать в Афи́ны — πηγαίνω στην Αθήνα
в двух киломе́трах — σε απόσταση δύο χιλιομέτρων
в де́сять часо́в утра́ — στις δέκα το πρωί
в ты́сяча девятьсо́т во́семьдесят пя́том году́ — στα χίλια εννιακόσια ογδόντα πέντε
в про́шлый раз — την περασμένη φορά
в па́мять чего́-л. — για ενθύμιο τινός
в са́мом де́ле — αλήθεια, πραγματικά
-
10 глубина
глубина ж 1) το βάθος измерять \глубинау μετρώ το βάθος» βυθομετρώ на \глубинае десяти метров σε βάθος δέκα μέτρα 2) перен. η βαθύτητα* * *ж1) το βάθοςизмеря́ть глубину́ — μετρώ το βάθος, βυθομετρώ
на глубине́ десяти́ ме́тров — σε βάθος δέκα μέτρα
2) перен. η βαθύτητα -
11 десятый
-
12 десять
-
13 минута
минута ж το λεπτό ( της ώρας)· без двадцати минут три τρεις παρά είκοσι· десять минут пятого τέσσερις και δέκα ◇ сию \минутау αμέσως* * *жτο λεπτό (της ώρας)без двадцати́ мину́т три — τρεις παρά είκοσι
де́сять мину́т пя́того — τέσσερις και δέκα
••сию́ мину́ту — αμέσως
-
14 мороз
мороз м η παγωνιά, ο παγετός" сегодня десять градусов \мороза σήμερα έχουμε δέκα βαθμούς κάτω από το μηδέν* * *мη παγωνιά, ο παγετόςсего́дня де́сять гра́дусов моро́за — σήμερα έχουμε δέκα βαθμούς κάτω από το μηδέν
-
15 ниже
ниже 1. (сравн. ст. от низкий) χαμηλότερος 2. (сравн. ст. от низко) χαμηλότερα, πιο κάτω 3) (менее) κάτω από· сегодня 10 градусов \ниже нуля σήμερα έχουμε δέκα βαθμούς κάτω από το μηδέν* * *1. сравн. ст. от низкий 2. сравн. ст. от низкоχαμηλότερα, πιο κάτω3.( менее) κάτω απόсего́дня 10 гра́дусов ни́же нуля́ — σήμερα έχουμε δέκα βαθμούς κάτω από το μηδέν
-
16 около
около 1) (возле) κοντά, πλάι, δίπλα· \около меня κοντά μου· \около кинотеатра κοντά στο κινηματογράφο· \около Москвы κοντά στη Μόσχα 2) (приблизительно) περίπου, σχεδόν \около десятка περίπου δέκα· \около трёх часов περίπου τρεις ώρες* * *1) ( возле) κοντά, πλάι, δίπλαо́коло меня́ — κοντά μου
о́коло кинотеа́тра — κοντά στο κινηματογράφο
о́коло Москвы́ — κοντά στη Μόσχα
2) ( приблизительно) περίπου, σχεδόνо́коло деся́тка — περίπου δέκα
о́коло трёх часо́в — περίπου τρεις ώρες
-
17 остаться
остаться β рази. знач. μένω; \остаться дома μένω σπίτι· до отхода поезда осталось десять минут μένουν δέκα λεπτά για να φύγει το τρένο; \остаться в живых επιζώ; σώζομαι* * *в разн. знач.оста́ться до́ма — μένω σπίτι
до отхо́да по́езда оста́лось де́сять мину́т — μένουν δέκα λεπτά για να φύγει το τρένο
оста́ться в живы́х — επιζώ; σώζομαι
-
18 плюс
плюс м 1) мат. το συν 2) (о температуре): сегодня \плюс десять градусов σήμερα έχουμε δέκα βαθμούς πάνω από το μηδέν* * *м1) мат. το συν2) ( о температуре)сего́дня плюс де́сять гра́дусов — σήμερα έχουμε δέκα βαθμούς πάνω από το μηδέν
-
19 человек
человек м о άνθρωπος; молодой \человек ο νέος; пять \человек πέντε άτομα; деловой \человек о ενεργητικός (или δραστήριος) άνθρωπος; нас десять \человек είμαστε δέκα* * *мο άνθρωποςмолодо́й челове́к — ο νέος
пять челове́к — πέντε άτομα
делово́й челове́к — ο ενεργητικός ( или δραστήριος) άνθρωπος
нас де́сять челове́к — είμαστε δέκα
-
20 десятеро
десятерочисл. собир. ὁ£ δέκα ἀνθρωποι, τά δέκα πρόσωπα.
См. также в других словарях:
δέκα — ten indeclform (numeral) δέκᾱ , δεκάω pres imperat act 2nd sg δέκᾱ , δεκάω imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δέκα — Άκλιτο, απόλυτο αριθμητικό (10). δέκα . Πρώτο συνθετικό λέξεων, που χρησιμοποιείται για τον σχηματισμό πολλαπλών μονάδων, των οποίων η πολλαπλότητα είναι ίση με 10. Συμβολίζεται διεθνώς με da (π.χ. 1 dam = 10 μ.). Στην οργανική χημεία, ως πρώτο… … Dictionary of Greek
δέκα — άκλ. αριθμ. απόλυτο, άθροισμα μονάδων όσα είναι τα δάχτυλα των δύο χεριών: Δέκα εντολές … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
δεκά — δεκάς company of ten fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δέκα μέτρα καὶ ἕν τέμνε. — См. Десятью примерь, однова отрежь … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Δέκα πληγές του Φαραώ — Ονομασία ισάριθμων υπερφυσικών γεγονότων που, όπως αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη, συντελέστηκαν στην Αίγυπτο για να αποδειχτεί η ανωτερότητα του θεού των Ισραηλιτών. Οι θεομηνίες αυτές είναι: 1) τα νερά του Νείλου μετατράπηκαν σε αίμα, τα ψάρια… … Dictionary of Greek
Άγιοι Δέκα — I Μάρτυρες των οποίων τη μνήμη τιμά η Ανατ. Ορθόδοξη Εκκλησία στις 23 Δεκεμβρίου. Μαρτύρησαν κατά τον διωγμό του Δεκίου στη Γόρτυνα της Κρήτης το 250. Από αυτούς πήρε το όνομά του το χωριό Ά.Δ. και o βυζαντινός ναός που χτίστηκε στη θέση που… … Dictionary of Greek
Μωρὸς ῥίψει λίθον εἰς φρέαρ, καὶ δέκα φρόνιμοι τοῦτον οὐκ ἀνελκύσουσι. — См. Дурак в воду кинет камень, а десять умных не вынут … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Μάρτυρες, Δέκα οι εν Κρήτη — Πρόκειται για τους Θεόδουλο, Σατορίνο, Εύπορο, Γελάσιο, Ευνικιανό, Ζωτικό, Πόντιο, Αγαθόπουλο, Βασιλίδη και Ευάρεστο, οι οποίοι μαρτύρησαν στην Κρήτη επί Δεκίου (249 251) με αποκεφαλισμό. Η μνήμη τους τιμάται στις 23 Δεκεμβρίου … Dictionary of Greek
δεκάσας — δεκά̱σᾱς , δεκάω pres part act fem acc pl (doric) δεκά̱σᾱς , δεκάω pres part act fem gen sg (doric) δεκά̱σᾱς , δεκάω aor part act masc nom/voc sg (attic epic doric ionic aeolic) δεκά̱σᾱς , δεκάζω bribe fut part act fem acc pl (doric)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεκάσαι — δεκά̱σᾱͅ , δεκάω pres part act fem dat sg (doric) δεκά̱σαῑ , δεκάω aor opt act 3rd sg (doric aeolic) δεκά̱σᾱͅ , δεκάζω bribe fut part act fem dat sg (doric) δεκάζω bribe aor inf act δεκάσαῑ , δεκάζω bribe aor opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)