δέδετο

  • 1δέδετο — δέω 1 bind plup ind mp 3rd sg (homeric ionic) …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 2κέραμος — I Αρχαία δωρική πόλη της Μικράς Ασίας, στη βόρεια ακτή του Κεράτιου κόλπου. Ο Στράβων τη χαρακτηρίζει «πολίχνιον», ο Πτολεμαίος «πολίχνη» της Δωρίδας και ο Παυσανίας πατρίδα του Ολυμπιονίκη, Πολίτη. Η πόλη, που φαίνεται ότι καταστράφηκε από… …

    Dictionary of Greek

  • 3ραπτός — ή, ό / ῥαπτός, ή, όν, ΝΜΑ, και ραφτός, ή, ό, Ν [ῥάπτω/ ράβω] ραμμένος, ενωμένος με ραφή (α. «ραφτά παπούτσια» β. «περὶ δὲ κνήμῃσι βοείας κνημῑδας ῥαπτὰς δέδετο», Ομ. Οδ.)·)| αρχ. 1. (για υφάσματα) στολισμένος με πρόσθετα στολίδια με το βελονάκι 2 …

    Dictionary of Greek

  • 4δέδετ' — δέδεται , δέω 1 bind perf ind mp 3rd sg δέδετο , δέω 1 bind plup ind mp 3rd sg (homeric ionic) …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)