γένος

  • 81ιστιοφόρος — Γένος περκομόρφων οστεϊχθύων της οικογένειας των ιστιοφοριδών. Μοιάζει με τον ξιφία γιατί το ρύγχος του προεκτείνεται σε μια μακριά λόγχη. Το σώμα του είναι λεπτό, τα κοιλιακά του πτερύγια μακριά και το ραχιαίο πτερύγιό του μεγάλο σαν ιστίο. Το… …

    Dictionary of Greek

  • 82καλιακούδα — Γένος πουλιών της οικογένειας των κορακιδών. Βλ. λ. κόρακας. * * * η βλ. καλοιακούδα …

    Dictionary of Greek

  • 83κοπάνι — Γένος περκομόρφων ψαριών της οικογένειας των σκομβριδών. Η επιστημονική ονομασία του είναι αυξίς (Auxis). Τα κ. ζουν σε μεγάλα βάθη, στα νερά του Ατλαντικού και της Μεσογείου,. Φτάνουν σε μήκος τα 0,50 μ. Μοιάζουν πάρα πολύ με τις παλαμίδες και… …

    Dictionary of Greek

  • 84λυγξ — Γένος αιλουροειδών Βλ. λ. λύγκας. Ο λύγκας της ερήμου (lynx caracal) ζει κατά προτίμηση σε στεπώδεις και προερημικές περιοχές, όπου κυνηγάει κυρίως γαζέλες. Ο λύγκας του Καναδά (lynx canadensis) τείνει να εξαφανιστεί, γιατί τον κυνηγούν εντατικά… …

    Dictionary of Greek

  • 85μουσκάρι — Γένος φυτών της οικογένειας των λειριιδών ή λιιδών (μονοκοτυλήδονα), μερικά είδη του οποίου είναι αρκετά κοινά σε καλλιεργούμενους και χέρσους αγρούς σε όλη την Ελλάδα. Με διασταυρώσεις και επιλογή έχουν δημιουργηθεί ποικιλίες κατάλληλες και για… …

    Dictionary of Greek

  • 86οσμύλος — Γένος νευρόπτερων εντόμων της οικογένειας των ημεροβιιδών. Είναι μεγάλα ωραία έντομα, που ζουν σε εύκρατες και θερμές χώρες. Έχουν στικτά δαντελλωτά φτερά και ζουν κοντά σε τρεχούμενα νερά, κάτω από φύλλα. Ο ο. ο στικτός αφθονεί στην κεντρική… …

    Dictionary of Greek

  • 87ρακούν — Γένος σαρκοφάγων θηλαστικών της οικογένειας των προκυονιδών. Ζουν κυρίως στις περιοχές από τον Καναδά μέχρι τη Βραζιλία. Το ζώο αυτό έχει τρίχωμα σταχτί και ουρά με λευκές λωρίδες. Το σώμα του έχει μήκος 75 εκ. Ζει κυρίως κοντά σε τρεχούμενα νερά …

    Dictionary of Greek

  • 88σανσεβιέρια — Γένος φυτών της οικογένειας των Λειριιδών ή Λιλιιδών (μονοκοτυλήδονα), που περιλαμβάνει πολυάριθμα είδη, όλα τροπικά (Αφρική, Ινδία). Τα φυτά αυτά διακρίνονται ιδιαίτερα για τα κομψά, σκληρά, όρθια φύλλα τους, με τις ωραίες λευκές ή κίτρινες… …

    Dictionary of Greek

  • 89τριχίνη — Γένος νηματωδών σκουληκιών. Είναι παράσιτα του λεπτού εντέρου του ανθρώπου και πολλών θηλαστικών όπως ο χοίρος, το σκυλί, η γάτα, η αρκούδα. Η θηλυκή τ. κολλά με το τριχωτό της κεφάλι στο τοίχωμα του εντέρου και εκεί γεννά 200 1.500 ζωντανά νεαρά …

    Dictionary of Greek

  • 90φλογάκανθος — Γένος φυτών της οικογένειας των ακανθοειδών. Περιλαμβάνει 15 είδη των ινδομαλαισικών χωρών, τα οποία καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά άνθη. Στην Ευρώπη καλλιεργείται σε θερμοκήπια. * * * ο, Ν βοτ. παλαιότερη ονομασία γένους φυτών. [ΕΤΥΜΟΛ.… …

    Dictionary of Greek