γεράνων

  • 11ηερόφωνος — ἠερόφωνος, ον (Α) αυτός πού ηχεί διά μέσου τού αέρα, αυτός που έχει δυνατή φωνή, ο μεγαλόφωνος («ἠερόφωνοι κήρυκες», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ηερο + φωνή. Το α συνθετικό μπορεί να αναχθεί είτε στο αήρ (ιων. γεν. ηέρ ος), οπότε η σημασία είναι… …

    Dictionary of Greek

  • 12κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου …

    Dictionary of Greek

  • 13λιμάνι — Προστατευμένη φυσική ή τεχνητή περιοχή σε παραλία, σε όχθη ποταμού ή λίμνης, που προσφέρεται για την ασφαλή παραμονή των πλοίων, όπου μέσω λιμενικών εγκαταστάσεων, τα πλοία έχουν τη δυνατότητα φορτοεκφόρτωσης εμπορευμάτων, μεταφοράς επιβατών,… …

    Dictionary of Greek

  • 14πέλω — και, μέσ., πέλομαι Α 1. βρίσκομαι σε κίνηση, κινούμαι, κατευθύνομαι («ἠύτε περ κλαγγὴ γεράνων πέλει οὐρανόθι πρό» κινείται, ανυψώνεται προς τον ουρανό, Ομ. Ιλ.) 2. (κυριολ. και μτφ.) επέρχομαι («γῆρας καὶ θάνατος ἐπ ἀνθρώποισι πέλονται» γηρατειά… …

    Dictionary of Greek

  • 15στατικός — ή, ό / στατικός, ή, όν, ΝΑ 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη στάση, που προκαλεί στάση, που προκαλεί ακινησία, σε αντιδιαστολή προς αυτόν που αναφέρεται στην κίνηση ή στη μεταβολή 2. το θηλ. ως ουσ. η στατική γένος αγγειόσπερμων δικότυλων… …

    Dictionary of Greek

  • 16Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …

    Dictionary of Greek

  • 17Ιβάνοβο — (Ivanovo). Πόλη (451.000 κάτ. το 2002) της Ρωσίας στις όχθες του ποταμού Ουβόντ, πρωτεύουσα ομώνυμης επαρχίας (23.900 τ. χλμ., 1.167.000 κάτ.) στα ΒΑ της Μόσχας. Η πόλη χωρίζεται σε τρεις περιφέρειες. Το σημερινό Ι. δημιουργήθηκε το 1871 από τη… …

    Dictionary of Greek

  • 18Ίβυκος — (6ος αι. π.Χ.). Λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε στο Ρήγιο από αρχοντική οικογένεια. Η ακμή του προσδιορίζεται στα μέσα του 6ου αι. π.X. Πέρασε το πρώτο τμήμα της ζωής του στην πατρίδα του. Επηρεάστηκε τόσο πολύ από τη χορικολυρική τέχνη του Στησίχορου …

    Dictionary of Greek