βραχεῖα π
1βραχεία — βραχείᾱ , βραχύς short fem nom/voc/acc dual …
2βραχείᾳ — βραχείᾱͅ , βραχύς short fem dat sg (doric aeolic) …
3βραχεία — η χοντρό επανωφόρι, ημίπαλτο: Οι στρατιωτικές βραχείες είναι πολύ ζεστά ρούχα …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
4βραχεῖα — βραχύς short fem nom/voc sg …
5βραχείας — βραχείᾱς , βραχύς short fem acc pl βραχείᾱς , βραχύς short fem gen sg (doric aeolic) …
6βραχεῖ' — βραχεῖα , βραχύς short fem nom/voc sg βραχεῖαι , βραχύς short fem nom/voc pl …
7βραχείαι — βραχείᾱͅ , βραχύς short fem dat sg (doric aeolic) …
8πους — Όρος που δηλώνει τη μετρική μονάδα των ελληνικών και λατινικών στίχων. Διακρίνουμε στους π. μία άρση (ισχυρή συλλαβή, συνήθως μακρά, στην οποία πέφτει ο ρυθμικός τόνος) και μία θέση (ασθενή συλλαβή). Η βραχεία συλλαβή (υ) υπολογιζόταν ως μετρική… …
9τροχαίος — Δισύλλαβος πόδας της αρχαίας ελληνικής μετρικής, που έχει την πρώτη συλλαβή μακρά (θέση) και τη δεύτερη βραχεία (άρση), είναι δηλαδή του τύπου –’ υ. Είναι ακριβώς αντίθετος από τον ίαμβο, ο οποίος είναι επίσης δισύλλαβος πόδας, αλλά σε αυτόν… …
10Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… …