βοηθείας

  • 121Κυπριανού, Σπύρος — (Λεμεσός 1932 – 2002). Κύπριος πολιτικός, πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας (1977 88). Σπούδασε οικονομικές, εμπορικές και νομικές επιστήμες στο Λονδίνο και άσκησε το δικηγορικό επάγγελμα από το 1954. Την περίοδο που ήταν φοιτητής στην Αγγλία… …

    Dictionary of Greek

  • 122Λεοπόλδος — I (Leopold). Όνομα δύο αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής (Γερμανικής) αυτοκρατορίας, από τον οίκο των Αψβούργων. 1. Λ. A’ (Βιέννη 1640 – 1705). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους (1658 1705). Ήταν δευτερότοκος γιος… …

    Dictionary of Greek

  • 123Μαδαγασκάρη — Νησιωτικό κράτος του Ινδικού ωκεανού που χωρίζεται από τη νοτιοανατολική ακτή της Αφρικής με τον πορθμό της Μοζαμβίκης.H M. αποτελείται από το ομώνυμο νησί –που είναι το τέταρτο μεγαλύτερο νησί του κόσμου μετά τη Γροιλανδία, τη Nέα Γουινέα και τη …

    Dictionary of Greek

  • 124Μαλάουι — Κράτος της νοτιοανατολικής Αφρικής. Συνορεύει στα Ν, Α και Δ με τη Μοζαμβίκη, στα Β με την Τανζανία και στα Δ με τη Ζάμπια.Χώρα αποκλειστικά ηπειρωτική, το Μ. συνορεύει σε μήκος 1.569 χλμ. με τη Μοζαμβίκη, 475 χλμ. με την Τανζανία και 837 χλμ. με …

    Dictionary of Greek

  • 125Μάλι — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα ΒΑ με την Αλγερία, στα Α με τη Δημοκρατία του Νίγηρα, στα Δ με τη Μαυριτανία και τη Σενεγάλη και στα Ν με τη Γουινέα, την Ακτή του Ελεφαντοστού και την Μπουρκίνα Φάσο.Χώρα αποκλειστικά ηπειρωτική, χωρίς… …

    Dictionary of Greek

  • 126Μαραθών — Αρχαία πόλη της Αττικής. Ήταν χτισμένος σε πεδιάδα με την ίδια ονομασία στα ΒΑ της πόλης των Αθηνών και έμεινε στην ιστορία κυρίως από την περίφημη μάχη που έγινε εκεί τον Σεπτέμβριο του 490 π.Χ. μεταξύ Αθηναίων («προμαχούντων των Ελλήνων»… …

    Dictionary of Greek

  • 127Μάρσαλ, Τζορτζ Κάτλετ — (George Cutlet Marschall, Γιούνιονταουν, Πενσιλβάνια 1880 – Ουάσινγκτον 1959). Αμερικανός στρατηγός και πολιτικός. Φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή της Βιρτζίνια και διακρίθηκε ως επιτελικός αξιωματικός στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Από το 1939 έως το… …

    Dictionary of Greek

  • 128Μεσσηνιακοί πόλεμοι — Πόλεμοι με τους οποίους οι Σπαρτιάτες εξασφάλισαν την κυριαρχία τους στη Μεσσηνία. H σύγχρονη ιστοριογραφία, μεταβάλλοντας λίγο τις χρονολογίες που παραθέτει η αρχαία παράδοση, υποστηρίζει ότι ο πρώτος από αυτούς διεξήχθη στα τέλη του 8ου αι. (ή… …

    Dictionary of Greek