βιβλιογράφος

  • 31Φαμπρίτσιους, Γιόχαν ΄Αλμπερτ — (Fabricius, Λιψία 1668 – Αμβούργο 1736). Γερμανός φιλόσοφος και βιβλιογράφος. Συνέθεσε ορισμένα έργα βασικής σημασίας για το βιβλιογραφικό πεδίο: Λατινική βιβλιοθήκη (3 τόμοι, 1697) και Ελληνική βιβλιοθήκη (14 τόμοι, 1705 28), που θέτουν υπό τον… …

    Dictionary of Greek

  • 32Φορντ, Πολ Λάστερ — (Ford, Νέα Υόρκη 1865 – 1902). Αμερικανός συγγραφέας και βιβλιογράφος. Ίδρυσε το Ιστορικό Τυπογραφικό Κλαμπ, που δημοσίευε σπάνια έργα. Έγραψε ιστορικά μυθιστορήματα από τα οποία σπουδαιότερα είναι: Ο αξιότιμος Πίτερ Στίρλιγκ (1894) και το… …

    Dictionary of Greek

  • 33ՕՐԻՆԱԿԱԳԻԾ — (գծի, ծաց.) NBH 2 1034 Chronological Sequence: 11c ա. βιβλιογράφος librarius, exscriptor. Գծագրօղ, կամ ընդօրինակօղ մատենից. փոխադրօղ. *Աղաչեմ զօրինագիծ գծողսդ. Յիշատ. գր. վկ. ի վարս ոսկ …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • 34-graph — comb. form forming nouns and verbs meaning: 1 a thing written or drawn etc. in a specified way (autograph; photograph). 2 an instrument that records (heliograph; seismograph; telegraph). * * * ˌgraf, aa(ə)f, aif, ȧf noun combining form ( s)… …

    Useful english dictionary