βασιλεὺς
1βασιλεῦς — βασιλεύς king masc gen sg (epic ionic) …
2βασιλεύς — king masc nom sg …
3Βασιλεύς — Basileus (altgriechisch βασιλεύς, gen. βασιλέως – basileús, basiléōs; neugriechisch βασιλιάς – vasiljás = „König“) war der Titel der byzantinischen Kaiser sowie weiterer Herrscher in der griechischen Geschichte. Inhaltsverzeichnis 1 Herkunft des… …
4Βασιλεύς — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Αναφέρεται και ως Βασίλειος. Αποκεφαλίστηκε με διαταγή του αυτοκράτορα Λικίνιου και το σώμα του ρίχτηκε στη θάλασσα. Διετέλεσε επίσκοπος Αμάσειας (314 322). Η μνήμη του τιμάται στις 26 Απριλίου. 2.… …
5Βασιλεύς ο Ροδολίνος — Τραγωδία του κρητικού θεάτρου. Τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1647 στη Βενετία. Είναι έργο του Ιωάννη Ανδρέα Τρωίλου από το Ρέθυμνο και η υπόθεση είναι εμπνευσμένη από έμμετρη τραγωδία του Ιταλού Τορκουάτο Τάσο. Γνωρίζουμε ελάχιστα για τον ποιητή της …
6Νόμος πάντων βασιλεύς. — См. Обычай старше закона …
Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
7Οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη εἷς κοίρανος ἔστω, εἷς βασιλεύς. — См. Самодержавие …
Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
8βασιλεῖς — βασιλεύς king masc nom pl (attic ionic parad form) βασιλεύς king masc acc pl βασιλεύς king masc nom/voc pl (parad form) …
9βασιλῆ — βασιλεύς king masc acc sg βασιλεύς king masc nom/voc/acc dual …
10βασιλῆες — βασιλεύς king masc nom pl (attic epic ionic) βασιλεύς king masc nom/voc pl (epic ionic) …