βίᾶς
1Βίας — Βίᾱς , Βίας masc nom sg …
2Βίας — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Αμυθάονα και της Αγλαΐας ή Ειδομένης, αδελφός του μάντη Μελάμποδα. Νυμφεύτηκε την Πηρώ, κόρη του βασιλιά της Πύλου Νηλέα ή μια κόρη του βασιλιά του Άργους και έγινε γενάρχης των Βιαντιδών. 2. Ένας από… …
3βιᾶς — βιᾶ̱ς , βιάω constrain pres ind act 2nd sg (doric) βιᾶ̱ς , βιάζω constrain fut ind act 2nd sg (doric) …
4βιᾷς — βιάω constrain pres subj act 2nd sg βιάω constrain pres ind act 2nd sg (epic) βιάζω constrain fut ind act 2nd sg (epic) …
5βίας — βίᾱς , βία bodily strength fem acc pl βίᾱς , βία bodily strength fem gen sg (attic doric aeolic) βίᾱς , βιάω constrain pres ind act 2nd sg (attic) βίᾱς , βιάω constrain imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) …
6Βίας o Πριηνεύς — (Πριήνη, περ. 620 – 540 π.Χ.).Ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας. Η διδασκαλία του περιέχεται σε αποφθέγματα, όπου εκφράζεται η πικρή πείρα του παρατηρητή της ζωής. Στο ερώτημα π.χ. «τι ποιών άνθρωπος τέρπεται;» απάντησε «κερδαίνων».… …
7Βία — Βίας masc voc sg (epic) …
8Βίαν — Βίας masc voc sg …
9Βίαντα — Βίας masc acc sg …
10Βίαντι — Βίας masc dat sg …