αἰχμάλωτος

  • 101Βέλγιο — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Συνορεύει Β και ΒΑ με την Ολλανδία, Α με τη Γερμανία, ΝΑ με το Λουξεμβούργο, Ν με τη Γαλλία, ενώ ΒΔ βρέχεται από τη Βόρεια θάλασσα.Το κράτος του Β. (που τα σημερινά σύνορά του σε γενικές… …

    Dictionary of Greek

  • 102Βέργης, Άνθης — (Πετροχώρι Αιτωλοακαρνανίας 1919 –). Φιλολογικό ψευδώνυμο του λογοτέχνη Κώστα Χρ. Δημητρίου. Σταδιοδρόμησε ως διευθυντής στη γενική γραμματεία Τύπου, ενώ υπήρξε επίσης τακτικός συνεργάτης στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (1950 60). Εξέδωσε την… …

    Dictionary of Greek

  • 103Βερεγκάριος — (Βerengar). Όνομα δύο βασιλιάδων της Ιταλίας και αυτοκρατόρων της Δυτ. Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. 1. Β. Α’ (; – 924). Ήταν γιος του Εβεράρδου, δούκα του Φρίουλι και ανιψιός του Λουδοβίκου του Αγαθού. Αναγορεύτηκε βασιλιάς της Ιταλίας στην Παβία το… …

    Dictionary of Greek

  • 104Βλαντ — (Vland).Όνομα τεσσάρων ηγεμόνων της Βλαχίας, ο σπουδαιότερος από τους οποίους είναι ο Β. Α’ (1430; – 1476). Ο Β. Α’ αντιτάχθηκε στην πολιτική υπεροχή των Βογιάρων και υποστήριξε τους εμπόρους και τους μικροϊδιοκτήτες της γης, μερικοί από τους… …

    Dictionary of Greek

  • 105Βολέσλαος ή Βολεσλαύος — I (Boleslaus).Όνομα ηγεμόνων της Πολωνίας. 1. Β. Α’, ο Ανδρείος (966; – 1025). Δούκας (992 1000) και βασιλιάς της Πολωνίας (1000 25). Γιος του δούκα της Πολωνίας Νιετσίσλαφου, ήταν ο πρώτος Πολωνός ηγεμόνας που αναγορεύτηκε βασιλιάς αφού είχε… …

    Dictionary of Greek

  • 106Γαλλιηνός, Πόπλιος Λικίνιος Εγνάτιος — (Publius Licinius Egnatius Gallienus, 218; – 268 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας (253 268), γιος του αυτοκράτορα Βαλεριανού. Το 253, με τον τίτλο του αυγούστου, μοιράστηκε με τον πατέρα του τη διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας σε μία από τις πιο… …

    Dictionary of Greek

  • 107Γεννάδιος — I Όνομα πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως. 1. Γ. Α’ (; – 471 μ.Χ.). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (458 471), που διαδέχτηκε στον πατριαρχικό θρόνο τον Ανατόλιο και είναι γνωστός κυρίως από την άκαμπτη στάση που επέδειξε στην αντιμετώπιση του… …

    Dictionary of Greek

  • 108Γκαμελέν, Μορίς Γκουστάβ — (Maurice Gustave Gamelin, 1872 – 1958). Γάλλος στρατιωτικός. Αποφοίτησε από τη στρατιωτική σχολή του Σεν Σιρ το 1893 και από τη σχολή αξιωματικών του γαλλικού επιτελείου το 1899. Την περίοδο 1902 11 υπηρέτησε στο επιτελείο του Ζοφρ, ενώ το 1914… …

    Dictionary of Greek

  • 109Γουέιν, Τζον — (JohnWayne, 1907 – 1979). Αμερικανός ηθοποιός του κινηματογράφου. Μεγάλωσε στην Καλιφόρνια και ήταν ποδοσφαιριστής προτού ασχοληθεί με τον κινηματογράφο, το 1926. Πρωταγωνίστησε σε πολλά γουέστερν πριν γίνει σταρ με την ταινία του Τζον Φόρντ… …

    Dictionary of Greek

  • 110Δανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Δανίας Έκταση: 43.094 τ. χλμ Πληθυσμός: 5.352.815 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κοπεγχάγη (499.148 κάτ. το 2001)Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στην ιστορική ομάδα των σκανδιναβικών χωρών. Συνορεύει στα Ν με τη Γερμανία, ενώ… …

    Dictionary of Greek