αἰσιῶν
1Αἰσίων — masc nom/voc sg …
2Αισίων — (4ος αι. π.Χ.). Αθηναίος ρήτορας και πολιτικός, συμμαθητής του Δημοσθένη. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Α. θεωρούσε τους λόγους του Δημοσθένη ανώτερους από όλων των άλλων ρητόρων γιατί, και όταν ακόμα διαβάζονταν, ασκούσαν μεγάλη επίδραση στους… …
3αἰσίων — αἴσιος auspicious fem gen pl αἴσιος auspicious masc/neut gen pl αἴσιος auspicious masc/fem/neut gen pl αἶσις fem gen pl (epic doric ionic aeolic) …
4Αἰσίους — Αἰσίων masc acc pl …
5Αἴσιον — Αἰσίων masc voc sg …
6Aesion — Aeson (Gr. polytonic|Αισίων) was an Athenian orator, and a contemporary of Demosthenes, with whom he was educated. [Suda, s.v. polytonic|Δεμοσθένης] To what party he belonged during the Macedonian time is uncertain. When he was asked what he… …
7κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …
8καλλιερία — και δωρ. τ. καλλιαρία, ἡ (Α) [καλλιερώ] ευνοϊκή θυσία, η εύρεση αίσιων σημείων στο ήπαρ τού σφαγίου …