αἰγίνας

  • 1Αἰγίνας — Αἰγί̱νᾱς , Αἴγινα an Aeginetan fem acc pl Αἰγί̱νᾱς , Αἴγινα an Aeginetan fem gen sg (doric aeolic) …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 2αἰγίνας — αἰγίνᾱς , αἰγίνη fem acc pl αἰγίνᾱς , αἰγίνη fem gen sg (doric aeolic) …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 3Αίγινας, δήμος — Δήμος (13.552 κάτ.) της νομαρχίας Πειραιώς που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τον πρώην ομώνυμο δήμο καθώς και τις πρώην κοινότητες Βαθέος, Κυψέλης, Μεσαγρού και Πέρδικας, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του δήμου… …

    Dictionary of Greek

  • 4Μουσείο, Αρχαιολογικό Αίγινας — Ήταν το πρώτο μουσείο που ιδρύθηκε στην ελεύθερη Ελλάδα το 1829 από τον Ιωάννη Καποδίστρια. Μέχρι το 1932, που τα σπουδαιότερα ευρήματα μεταφέρθηκαν στην Αθήνα, είχαν συγκεντρωθεί στην Αίγινα αρχαιότητες από πολλά μέρη της χώρας και κυρίως από τα …

    Dictionary of Greek

  • 5Μουσείο, Λαογραφικό και Ιστορικό Αίγινας — Στεγάζεται από τον Ιούνιο του 1997 στον πρώτο όροφο του αρχοντικού του λαογράφου και συγγραφέα Παναγή Ηρειώτη (οδός Σπύρου Ρόδη). Η συλλογή του αποτελείται από παραδοσιακά ελληνικά έπιπλα του τέλους του 19ου αι., αντικείμενα οικιακής χρήσης και… …

    Dictionary of Greek

  • 6Εφραίμ — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ε. ο ιερομάρτυρας. O επίσκοπος Ιεροσολύμων Ερμάς τον έστειλε ως ιεραπόστολο στη Σκυθία, όπου και μαρτύρησε. Η μνήμη του τιμάται στις 7 Μαρτίου. 2. Ε ο όσιος. Διετέλεσε πατριάρχης Αντιοχείας. Ο… …

    Dictionary of Greek

  • 7Αίγινα — I Μυθολογικό πρόσωπο. Μια από τις 12 κόρες του Ασωπού, μητέρα του Αιακού, πρώτου βασιλιά του νησιού Αίγινα. Άποψη της Παλαιοχώρας στην Αίγινα, μιας περιοχής με εκκλησίες και μοναστήρια, τα περισσότερα κατάλοιπα της εποχής των πειρατικών επιδρομών …

    Dictionary of Greek

  • 8Αγία Μαρίνα — I Τοπωνύμια στον ελλαδικό χώρο. 1. To λιμάνι της Λέρου στο Ν τμήμα του όρμου της Άλινδας. 2. Όρμος και ακρωτήριο στην Αττική απέναντι στα μικρά νησιά Στύρα και Καβαλιανή του νότιου Ευβοϊκού. 3. Όρμος και ακρωτήριο στην Αίγινα. 4. Όρμος και… …

    Dictionary of Greek

  • 9Αιακός — Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς της Αίγινας, γιος του Δία και της Αίγινας, μιας από τις είκοσι κόρες του αργολικού ποταμού Ασωπού. Ο Δίας είχε αγαπήσει την κόρη του Ασωπού και, αφού μεταμορφώθηκε σε αετό, την άρπαξε και την πήγε στο ερημονήσι του… …

    Dictionary of Greek

  • 10Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… …

    Dictionary of Greek