αἰγύπτου

  • 101ταχυδρόμος — Τίτλος ελληνικών εφημερίδων και περιοδικών. 1. Εφημερίδα της Κεφαλονιάς. Ιδρύθηκε το 1868. 2. Καθημερινή ελληνική εφημερίδα με έδρα την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Ιδρύθηκε το 1880 και είναι η αρχαιότερη ελληνική εφημερίδα σε όλο τον κόσμο, που… …

    Dictionary of Greek

  • 102φίλιππος — I Όνομα 5 βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Φ. A’. Γιος του Αργαίου και πατέρας του Αερόπου, τρίτος ή έκτος βασιλιάς της Μακεδονίας. Βασίλεψε από το 621 έως το 588 π.Χ., και έπεσε πολεμώντας εναντίον των Ιλλυριών. 2. Φ. B’. Πατέρας του Μεγάλου… …

    Dictionary of Greek

  • 103Άβυδος — Ονομασία δύο αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της αρχαίας Αιγύπτου, 130 χλμ. Ν του Ασιούτ, στην αριστερή όχθη του Νείλου. Ταφικό κέντρο συνδεδεμένο με τη λατρεία του Όσιρη, θεού του ήλιου και των νεκρών, ήταν ένας από τους πιο προνομιούχους τόπους ταφής,… …

    Dictionary of Greek

  • 104Αγχινόη — Όνομα μυθολογικών προσώπων. Αναφέρονται και με το όνομα Αγχιρρόη. 1. Σύζυγος του βασιλιά Βήλου της Αιγύπτου, κόρη του Νείλου και μητέρα των διδύμων αδελφών Αιγύπτου και Δαναού, καθώς και ενός τρίτου γιου, του Κηφέα. Ο Βήλος ήταν βασιλιάς στη… …

    Dictionary of Greek

  • 105Αθώρ — I Μία από τις μεγάλες θεές του αρχαίου αιγυπτιακού πανθέου, γνωστή και ως Αθύρ. Προστάτευε τον έρωτα, τη χαρά, την ομορφιά, τη μουσική, το χορό και το τραγούδι. Ήταν θεά των ζωντανών αλλά και των νεκρών. Στους πρώτους έδινε τροφή από τους μαστούς …

    Dictionary of Greek

  • 106Αίγιος — Προσωνύμιο του Δία και όνομα μυθολογικού προσώπου. 1. Ο Δίας ονομάστηκε Α. γιατί γαλουχήθηκε από την αίγα Αμάλθεια σε μια σπηλιά του βουνού Δίκτη στην Κρήτη. Εκεί τον είχε κρύψει η μητέρα του Ρέα, για να μη τον καταβροχθίσει ο Κρόνος. 2. Ένας από …

    Dictionary of Greek

  • 107Ακχμίμ — (Αkhmim). Πόλη (97.000 κάτ. το 2002) της Άνω Αιγύπτου στην ανατολική όχθη του Νείλου, με εκτεταμένες νεκροπόλεις της 6ης δυναστείας (2345 2181 π.Χ.). Η ονομασία της προέρχεται προφανώς από το όνομα του αιγυπτιακού θεού Μιν. Στους ελληνιστικούς… …

    Dictionary of Greek

  • 108Αλέξανδρος ο Μέγας — (Πέλλα 356 – Βαβυλώνα 323 π.Χ.). Βασιλιάς της Μακεδονίας (336–323), γιος του Φιλίππου B’ και της Ολυμπιάδας, κόρης του βασιλιά των Μολοσσών της Ηπείρου Νεοπτολέμου. Προικισμένος με σπάνια σωματική αντοχή και δύναμη (που του επέτρεψε να γυμνάσει… …

    Dictionary of Greek

  • 109Ασιούτ — (Asyϋt).Πόλη (3.200.000 κάτ. το 2002) της Αιγύπτου, η Λυκόπολη των αρχαίων, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού. Είναι λιμάνι στην αριστερή όχθη του Νείλου με σιδηροδρομικό σταθμό. Διοικητικό και εκπαιδευτικό κέντρο, έχει βιομηχανίες… …

    Dictionary of Greek

  • 110Ασουάν — (Aswàn). Πόλη (1.113.500 κάτ. το 2002) της Αιγύπτου, στην Άνω Αίγυπτο, πρωτεύουσα του ομώνυμου κυβερνείου (679 τ. χλμ.). Η πόλη είναι χτισμένη στη θέση της αρχαίας Συήνης. Εκτείνεται κατά μήκος της δεξιάς όχθης του Νείλου, επάνω σε μια χαμηλή… …

    Dictionary of Greek