αύριο θα

  • 11Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …

    Dictionary of Greek

  • 12Μπενίν — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Α με τη Νιγηρία, στα Β με τον Νίγηρα, στα ΒΔ με την Μπουρκίνα Φάσο και στα Δ με το Τόγκο. Βρέχεται από τον κόλπο της Γουινέας.Γαλλική αποικία έως το 1960, ανέκτησε την ανεξαρτησία της με την ονομασία… …

    Dictionary of Greek

  • 13Χιουμ, Ντέιβιντ — (Hume, Εδιμβούργο 1711 – 1776). Τελευταίος μεγάλος εκπρόσωπος της αγγλικής εμπειριοκρατίας. Από πολύ νέος έδειξε ενδιαφέρον για τις φιλοσοφικές και ιστορικές μελέτες, και για ένα χρονικό διάστημα είχε εγκατασταθεί στη Γαλλία (από το 1734 έως το… …

    Dictionary of Greek

  • 14αγκαζάρω — (λ. γαλλ.), αγκαζάρισα 1. προαγοράζω, δεσμεύω: Αγκαζάρισα τρεις θέσεις στο τρένο για αύριο το πρωί. 2. εξασφαλίζω κάτι για τον εαυτό μου: Σε αγκαζάρω για αύριο βράδυ …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • 15σήμερα — επίρρ. χρον. 1. σημερινή ημέρα: Σήμερα δεν πάω στο σχολείο. 2. στην εποχή μας: Σήμερα ο άνθρωπος υποφέρει από άγχος. 3. «σήμερα αύριο», από τη μια μέρα στην άλλη, όπου να ναι: Σήμερα αύριο έρχεται ο πατέρας μου …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • 16ταχιά — επίρρ. χρον. 1. πρωί, αύριο πολύ πρωί: Κοιμήθηκα νωρίς, ταχιά να ξεκινήσω. 2. γρήγορα: Δωσ μου ταχιά το γράμμα, μη μας δουν. 3. αύριο, όπου να ναι, σύντομα: Ταχιά λογαριαζόμαστε …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • 17АФОН — [Св. Гора; греч. ̀ρδβλθυοτεΑθως, ̀λδβλθυοτεΑγιον ̀ρδβλθυοτεΟρος], крупнейшее в мире средоточие правосл. монашества, расположенное в Греции на п ове Айон Орос (Св. Гора, Афонский п ов). Находится под церковной юрисдикцией К польского Патриархата.… …

    Православная энциклопедия

  • 18Modern Greek grammar — Main article: Modern Greek The grammar of Standard Modern Greek, as spoken in present day Greece and Cyprus, is basically that of Demotic Greek, but it has also assimilated certain elements of Katharevousa, the archaic, learned variety of Greek… …

    Wikipedia

  • 19Dialect of Chalkidiki — The Dialect of Chalkidiki is a dialect of the Greek language spoken in Chalkidiki (Khalkidiki, Halkidiki, Greek Χαλκιδική, Greece . Regarding the words, as in any other language, the old dialect (frοm the Greek διάλεκτος [di΄alektos] ) of… …

    Wikipedia

  • 20Aspekt (Linguistik) — Der Aspekt (lat. ‚Blickrichtung‘) bezeichnet in der Linguistik eine verbale Kategorie, die die Haltung des Sprechers zur zeitlichen Struktur von Handlungen oder Ereignissen ausdrückt. In vielen Sprachen wird diese Kategorie neben Tempus und Modus …

    Deutsch Wikipedia