αυτή η αλοιφή

  • 1ερεθίζω — (AM ἐρεθίζω) 1. εξοργίζω, εξάπτω, εκνευρίζω («ἀλλ’ ἴθι, μὴ μ’ ἐρέθιζε», Ομ. Ιλ.) 2. (για όργανα τού σώματος) αυξάνω την πάθηση, προκαλώ φλόγωση, ερεθισμό («αυτή η αλοιφή μού ερέθισε το τραύμα») 3. προκαλώ ερωτική διέγερση («η θέα της ερεθίζει… …

    Dictionary of Greek

  • 2διατήρηση ή συντήρηση — Σύνολο ενεργειών που αποβλέπουν στη δ., για μεγάλο χρονικό διάστημα, ιδιοτήτων των ουσιών που αλλοιώνονται εύκολα. Ιδιαίτερη σημασία έχει η δ. τροφίμων, η οποία επιτρέπει τη χρήση αλλοιώσιμων ειδών σε διάφορους χρόνους και σε τόπους μακριά από… …

    Dictionary of Greek

  • 3κήρωμα — και κέρωμα, το (ΑΜ κήρωμα) [κηρώ] η επικάλυψη, η επάλειψη ενός αντικειμένου με κερί μσν. αρχ. τόπος κοντά στην παλαίστρα όπου οι αθλητές άλειφαν το σώμα τους με ύλη που περιείχε κερί μσν. μτφ. παλαίστρα αρχ. 1. το επικάλυμμα από κερί 2. πράγμα… …

    Dictionary of Greek

  • 4λυθρίδες — (lythraceae). Οικογένεια ποωδών φυτών, η οποία περιλαμβάνει περίπου 24 γένη και 500 είδη. Είναι θάμνοι, μικρά φρύγανα ή καλλωπιστικά δέντρα. Τα φύλλα τους είναι απλά, αντίθετα ή κατ’ εναλλαγή, με πολύ μικρό –ή και χωρίς– μίσχο. Τα άνθη τους είναι …

    Dictionary of Greek

  • 5πίσσα — Προϊόν συμπύκνωσης, που προέρχεται από την ξηρά απόσταξη οργανικών υλών. Είναι υγρό ή παχύρευστο προϊόν, μαύρου ή σκούρου συνήθως χρώματος και αδιάλυτο στο νερό. λιθανθρακόπισσα. Είναι ένα παραπροϊόν της παρασκευής του φωταερίου, το οποίο… …

    Dictionary of Greek

  • 6παράτριμμα — (Ιατρ.). Ονομάζεται έτσι η φλεγμονώδης ασθένεια, που εκδηλώνεται στις πτυχές του δέρματος όταν υπάρχει τριβή μεταξύ εφαπτόμενων επιφανειών. Οι κυριότεροι παράγοντες, που προκαλούν την ασθένεια αυτή, είναι οι αυξημένες εκκρίσεις σμήγματος και… …

    Dictionary of Greek

  • 7ερεθίζω — ερέθισα, ερεθίστηκα, ερεθισμένος 1. οργίζω, διεγείρω, παροξύνω, εξάπτω: Μη μ ερεθίζεις, γιατί θα σε χτυπήσω. 2. αυξάνω την ευαισθησία, φλογίζω: Με την αλοιφή αυτή ερεθίστηκε περισσότερο το τραύμα μου …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)