Перевод: с русского на все языки

αναλώθηκε

Ничего не найдено.

Попробуйте поискать во всех возможных языках

или измените свой поисковый запрос.

См. также в других словарях:

  • παραγωγικότητα — Ειδική έρευνα των συντελεστών της παραγωγής (φύση, κεφάλαιο, εργασία) που δείχνει το μέτρο, κατά το οποίο καθένας από αυτούς συμβάλλει στον σχηματισμό του προϊόντος της επιχείρησης. Η έννοια της π. είναι ουσιαστικά οικονομική και δεν πρέπει να… …   Dictionary of Greek

  • Βελουχιώτης, Άρης — (Λαμία 1905 – 1945).Ψευδώνυμο του Θανάση Κλάρα, ενός από τους βασικούς πρωτεργάτες της Αντίστασης στα χρόνια της Κατοχής. Γεννήθηκε στη Λαμία και σπούδασε στην Αβερώφειο Γεωργική Σχολή της Λάρισας. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος και άλλαξε στη… …   Dictionary of Greek

  • Δαρείος — Όνομα Περσών βασιλιάδων της δυναστείας των Αχαιμενιδών. 1. Δ. Α’, ο Μέγας (; 486 π.Χ.). Βασιλιάς των Περσών (522 486). Υπήρξε χωρίς αμφιβολία ο σπουδαιότερος από τους τρεις συνώνυμους Πέρσες βασιλιάδες και το πέρασμά του άφησε τα πιο βαθιά ίχνη… …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • Λασάλ, Φερντινάν — (Ferdinand Lassalle, Μπρεσλάου 1825 – Γενεύη 1864). Γερμανός πολιτικός και διανοητής. Ήταν γιος εύπορου εμπόρου και σπούδασε στα πανεπιστήμια του Μπρεσλάου και του Βερολίνου, όπου αφομοίωσε σε βάθος την εγελιανή σκέψη. Αργότερα εγκαταστάθηκε στο… …   Dictionary of Greek

  • Λουδοβίκος — I (γαλλ. Luis, γερμ. Ludwig). Όνομα τεσσάρων αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του Γερμανικού έθνους. 1. Λ. Α’, ο Ευσεβής ή Αγαθός (γερμ. Ludwig der Fromme, γαλλ. Louis le Pieux ή Louis le Debonnaire, Σασενέιγ, Ακουιτανία 778 –… …   Dictionary of Greek

  • Ντι Μπελέ, Ζοασέν — (Du Bellay, Λιρέ 1522 – Παρίσι 1560). Γάλλος ποιητής. Σπούδασε στο Πουατιέ και έπειτα στο Παρίσι, όπου συνδέθηκε με τους ουμανιστικούς κύκλους, ιδιαίτερα με τον Ρονσάρ και άλλους νέους ποιητές της ομάδας που αργότερα πήρε την ονομασία Πλειάδα.… …   Dictionary of Greek

  • Ροΐδης, Εμμανουήλ — (Σύρος 1836 – Αθήνα 1904). Έλληνας συγγραφέας, ένα από τα λαμπρότερα αναγεννητικά και κριτικά πνεύματα των ελληνικών γραμμάτων. Σε παιδική ηλικία έζησε για ένα διάστημα στη Γένουα, όπου ο πατέρας του διηύθυνε μεγάλη εμπορική επιχείρηση. Μετά τις… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»