ανάδειξη

  • 1ανάδειξη — η ανύψωση πάνω από το κοινό επίπεδο, πρόοδος, διάκριση, εκλογή σε κάποιο αξίωμα: Η ανάδειξή του οφείλεται και στη συμπαράσταση της γυναίκας του …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • 2ανάδειξη — η (Α ἀνάδειξις) [ἀναδεικνύω] εκλογή σε αξίωμα, ανακήρυξη, αναγόρευση νεοελλ. εξύψωση, προαγωγή, προβολή αρχ. 1. τελετή επίσημης αναγνώρισης ή καθιέρωσης 2. παρουσίαση, εμφάνιση …

    Dictionary of Greek

  • 3ἀναδείξῃ — ἀναδείξηι , ἀνάδειξις showing forth fem dat sg (epic) ἀναδείκνυμι lift up and show aor subj mid 2nd sg ἀναδείκνυμι lift up and show aor subj act 3rd sg ἀναδείκνυμι lift up and show fut ind mid 2nd sg …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 4Ελλάδα - Τέχνη (Βυζάντιο) — Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΤΕΧΝΗ Για τους περισσότερους ανθρώπους το Βυζάντιο αντιπροσωπεύει ένα κράτος που επέζησε για σχεδόν 1.200 χρόνια και συνέβαλε σημαντικά στη διάδοση του χριστιανισμού και στη διαφύλαξη του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού πνεύματος. Για… …

    Dictionary of Greek

  • 5κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …

    Dictionary of Greek

  • 6Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …

    Dictionary of Greek

  • 7Κορέα, Βόρεια — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας Έκταση: 120.540 τ. χλμ. Πληθυσμός: 22.224.195 (2002) Πρωτεύουσα: Πιονγκγιάνγκ (2.741.260 κάτ. το 1993)Κράτος της ανατολικής Ασίας, το οποίο καταλαμβάνει το βόρειο τμήμα της κορεατικής χερσονήσου.… …

    Dictionary of Greek

  • 8Κορέα, Νότια — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κορέας Έκταση: 98.480 τ. χλμ. Πληθυσμός: 48.324.000 (2002) Πρωτεύουσα: Σεούλ (9.853.972 κάτ. το 2000)Κράτος της ανατολικής Ασίας, το οποίο καταλαμβάνει το νότιο τμήμα της Κορεατικής χερσονήσου. Συνορεύει με τη… …

    Dictionary of Greek

  • 9αξιοποίηση — η 1. η ανάδειξη της αξίας ενός προσώπου με το να του δοθούν οι ευκαιρίες να χρησιμοποιήσει τις ικανότητες του 2. η ανάδειξη και εκμετάλλευση των δυνατοτήτων ενός θεσμού, ομάδας ανθρώπων κ.λπ. 3. (για περιοχές) η διαδικασία, με τεχνικά έργα, σε… …

    Dictionary of Greek

  • 10ουμανισμός — Πολιτιστικό κίνημα (λογοτεχνικό, φιλολογικό και φιλοσοφικό), που συνδυάζεται με την καλλιτεχνική Αναγέννηση των ευρωπαϊκών κρατών κατά τον 15o και 16o αι. Ο ο. ξεκινά από την τάση προς μόρφωση, την αγωγή και την πνευματική και σωματική… …

    Dictionary of Greek