ακρίδα
1ακρίδα — Κοινή ονομασία εντόμων που ανήκουν στις υποτάξεις των ξιφοφόρων και των κοιλοφόρων. Διακρίνονται εύκολα μεταξύ τους γιατί τα πρώτα έχουν πολύ μακριές και νηματοειδείς κεραίες, ενώ τα δεύτερα κοντόχοντρες· επιπλέον τα ξιφοφόρα έχουν μακρύ… …
2ακρίδα — η έντομο ορθόπτερο της οικογένειας των ακριδιδών …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
3ἀκρίδα — ἀκρίς grasshopper fem acc sg …
4ακρίδαρος — ο (θηλ. ακριδάρα) [ακρίδα] μεγάλη ακρίδα …
5ακριδάκι — το [ακρίδα] μικρή ακρίδα …
6ακριδίτσα — η [ακρίδα] 1. το ακριδάκι* 2. παιχνίδι κατά το οποίο τα παιδιά μιμούνται την ακρίδα πηδώντας με τα τέσσερα (Εύβοια) …
7ακριδοειδής — ές αυτός που μοιάζει με ακρίδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ακρίδα + ειδής < είδος] …
8αρθρόποδα — Φύλο ασπόνδυλων που ονομάζονται έτσι επειδή έχουν αρθρωτά πόδια. Στην πραγματικότητα όχι μόνο τα πόδια, αλλά ολόκληρο το σώμα τους αποτελείται από διάφορα τμήματα (άρθρα) που συνδέονται μεταξύ τους με αρθρώσεις ποικίλου σχήματος και κινητικότητας …
9Arcadocypriot Greek — Distribution of Greek dialects in the classical period.[1] Western group …
10La cigarra y la hormiga — Ilustración de Milo Winter de 1919 …