αεροπόρος

  • 21αεροπορώ — ἀεροπορῶ ( έω) (Α) [αεροπόρος] προχωρώ διά μέσου τού αέρα …

    Dictionary of Greek

  • 22πόρος — I Νησί του Σαρωνικού κόλπου, απέναντι από την Τροιζηνία, από ένα σημείο της οποίας η απόσταση μέχρι τον Πόρο είναι μόλις λίγα μέτρα. Ο Π. έχει έκταση 31 τ. χλμ. και πρωτεύουσα του είναι ο ομώνυμος παράλιος οικισμός (υψόμ. 20 μ.). Ανήκει στην… …

    Dictionary of Greek

  • 23Καραμανλάκης, Αλέξανδρος — (1884 – 1912). Δημοσιογράφος και αεροπόρος. Το 1911 ίδρυσε την εφημερίδα Ανεξάρτητος, αλλά τον ίδιο χρόνο εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, προκειμένου να εκπαιδευτεί στην αεροπορία. Τον επόμενο χρόνο σκοτώθηκε κατά την πτώση του αεροπλάνου με το οποίο… …

    Dictionary of Greek

  • 24Λίλιενταλ, Ότο — (Otto Lilienthal, Άνκλαμ 1848 – Ρίνοβ, Βερολίνο 1896). Γερμανός μηχανικός και πρωτοπόρος αεροπόρος. Ολοκλήρωσε τον πρώτο κύκλο σπουδών στη γενέτειρά του και αργότερα φοίτησε στην Τεχνική Σχολή του Πότσνταμ. Χρησιμοποιώντας τις τεχνικές γνώσεις… …

    Dictionary of Greek

  • 25Λίντερμαν, Λίον Μαξ — (Leon Max Lederman, Νέα Υόρκη 1922 –). Αμερικανός φυσικός και πανεπιστημιακός. Παρακολούθησε το τμήμα χημείας στο Κολέγιο Σίτι της Νέας Υόρκης και απέκτησε διδακτορικό τίτλο το 1951 από το πανεπιστήμιο Κολούμπια, στην ίδια πόλη. Το 1948 εντάχθηκε …

    Dictionary of Greek

  • 26Λόρενς, Τόμας Έντουαρντ — (Thomas Edward Lawrence, Τρέμαντοκ, Ουαλία 1888 – Ντόρσετ 1935). Βρετανός αρχαιολόγος, στρατιωτικός και συγγραφέας, γνωστός ως Λόρενς της Αραβίας. Διεξήγαγε αρχαιολογικές έρευνες στη Γαλλία, στη Συρία, στη Μεσοποταμία και στην Αίγυπτο, αλλά με… …

    Dictionary of Greek

  • 27Μπερντ, Ρίτσαρντ Έβελιν — (Richard Evelyn Byrd, Γουίντσεστερ, Βιρτζίνια 1888 – Βοστόνη 1957). Αμερικανός εξερευνητής. Αεροπόρος, ασχολήθηκε με τη μελέτη των πολικών περιοχών και εισήγαγε το αεροπλάνο στην τεχνική της εξερεύνησης. Το 1926 ξεκινώντας με αεροπλάνο από τον… …

    Dictionary of Greek

  • 28Μπλεριό, Λουί — (Luis Bleriot, Καμπρέ 1872 – Παρίσι 1936). Γάλλος αεροπόρος, σχεδιαστής και κατασκευαστής αεροπλάνων. Υπήρξε ένας από τους επιφανέστερους πρωτοπόρους της αεροναυτικής. Διέσχισε πρώτος τον ουρανό της Μάγχης, στις 25 Ιουλίου 1909, με μονοπλάνο… …

    Dictionary of Greek

  • 29Μπρεγκέ, Λουί Σαρλ — (Luis Charles Breguet, Παρίσι 1880 – 1955). Γάλλος αεροπόρος, πρωτοπόρος των αεροναυτικών κατασκευών. Μελετητής της αεροδυναμικής, κατασκεύασε το πρώτο αεροπλάνο του το 1909 και το 1911 πέτυχε το πρώτο αεροπορικό ρεκόρ ταχύτητας σε απόσταση 10… …

    Dictionary of Greek

  • 30Νταλ, Ρόαλντ — (Roald Dal, Λάνταρ, Νότια Ουαλία 1913 –). Άγγλος συγγραφέας. Οι γονείς του ήταν Νορβηγοί. Σπούδασε στην Αγγλία (Σχολή Ρέπτον), όπου και ζει. Σταδιοδρόμησε ως στέλεχος της μεγάλης εταιρείας πετρελαιοειδών Σελ. Έλαβε μέρος κατά τον Β’ Παγκόσμιο… …

    Dictionary of Greek