αγγελία

  • 91σαίνω — ΝΑ 1. (ιδίως για σκύλους) κουνώ την ουρά ως εκδήλωση αγάπης προς κάποιον 2. μτφ. φέρομαι θωπευτικά, περιποιούμαι κάποιον αρχ. 1. χαιρετίζω («παιδός με σαίνει φθόγγος», Σοφ.) 2. χαροποιώ, ιδίως με ελπίδες («τὰ λεγόμενα... σαίνει τὴν ψυχήν»,… …

    Dictionary of Greek

  • 92τοιχοκολλώ — άω, Ν 1. επικολλώ στον τοίχο αγγελία, διαφήμιση ή αφίσα 2. γνωστοποιώ κάτι με τοιχοκόλληση. [ΕΤΥΜΟΛ. < τοίχος + κολλώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στους Ελληνικούς Κώδικες] …

    Dictionary of Greek

  • 93υποσέλιδος — η, ο, Ν 1. αυτός που βρίσκεται στο κατώτατο μέρος μιας σελίδας («υποσέλιδα σχόλια») 2. το ουδ. ως ουσ. το υποσέλιδο αγγελία ή άλλη, άσχετη προς το κείμενο, δημοσίευση στο κάτω μέρος σελίδας βιβλίου, περιοδικού, εφημερίδας ή άλλου εντύπου. [ΕΤΥΜΟΛ …

    Dictionary of Greek

  • 94ψευδαγγελία — ἡ, Α [ψευδάγγελος] ψευδής αγγελία …

    Dictionary of Greek

  • 95αποκρισάριος — Οι α. ήταν αρχικά αγγελιοφόροι (από τη λέξη των Βυζαντινών απόκριση, που σήμαινε αγγελία) στην υπηρεσία της αυτοκρατορικής αυλής και εμφανίστηκαν την εποχή της δυναστείας του Θεοδοσίου. Ο Προκόπιος ονομάζει τους αυλικούς αυτούς υπαλλήλους… …

    Dictionary of Greek

  • 96Ιωάννης ο Ευαγγελιστής — (1ος αι. μ.Χ.).Γιος του Ζεβεδαίου και αδελφός του Ιακώβου, είχε προσχωρήσει αρχικά στη θρησκευτική κίνηση του Ιωάννη του Βαπτιστή –αν και αυτό δεν είναι βέβαιο– και αργότερα ακολούθησε τον Ιησού. Οι πληροφορίες που αφορούν τη ζωή του προέρχονται… …

    Dictionary of Greek

  • 97Μεγδάνης, Χαρίσιος — (Κοζάνη 1768 – 1823). Κληρικός και λόγιος. Σπούδασε στη γενέτειρά του, στο Λιβάδι Ολύμπου και αργότερα στην Πέστη της Ουγγαρίας, όπου έμεινε τρία χρόνια, ασκώντας παράλληλα το επάγγελμα του οικοδιδάσκαλου. Το 1794 χειροτονήθηκε ιερέας, ενώ… …

    Dictionary of Greek

  • 98Μπόνο — (Bono, Δουβλίνο 1960 ). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ιρλανδού τραγουδιστή και συνθέτη Πολ Χιούσον (Paul Hewson). Σε ηλικία 15 ετών ξεκίνησε να παίζει κιθάρα, με ακούσματα από Θιν Λίζι, Ραμόνς, Τελεβίζιον και Πάτι Σμιθ. Στο σχολείο απέκτησε το… …

    Dictionary of Greek

  • 99Ντέλα Κουέρτσια, Γιάκοπο — (Jacopo Della Quercia, Σιένα περ. 1371 – 1438). Ιταλός γλύπτης, ξυλόγλυπτης και χρυσοχόος. Ήταν γιος του Πιερο ντι Γκουαρνιέρι. Το πρώτο βέβαιο έργο του είναι ο τάφος της Ιλάρια ντελ Καρέτο, συζύγου του Πάολο Γκουινίτζι, που εκτελέστηκε το 1406… …

    Dictionary of Greek

  • 100ԱՒԵՏԻՔ — (տեաց, տեօք.) NBH 1 0396 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 7c, 10c գ. ԱՒԵՏԻՔ. ասի եւ որպէս ռմկ. ԱՒԵՏԻՍ. ἁγγελία, εὑαγγελία, ον nuncium, annunciatio, bonum vel laetum nuncium Բան եւ լուր ուրախարար եւ բերկրալի. ... պ. նիվիյտ,… …

    հայերեն բառարան (Armenian dictionary)