ήπια

  • 101Κένυα — Eπίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κένυας Έκταση: 582.650 τ. χλμ. Πληθυσμός: 31.138.735 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Ναϊρόμπι (2.411.900 κάτ. το 2002)Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Αιθιοπία και με το Σουδάν, Δ με την Ουγκάντα, Ν με… …

    Dictionary of Greek

  • 102κρυπτοσποριδίαση — Ευκαιριακή λοίμωξη, που προκαλεί συνήθως χρόνια διάρροια και είναι συχνή σε ασθενείς με AIDS. Η νόσος αυτοπεριορίζεται και είναι ήπια σε άτομα με φυσιολογικό ανοσοποητικό σύστημα …

    Dictionary of Greek

  • 103Μαρόκο — Κράτος της βορείου Αφρικής. Συνορεύει στα Δ με την Αλγερία και στα Ν με τη Δυτική Σαχάρα. Βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.Το Μ. έχει χερσαία σύνορα μήκους 2.017 χλμ. που τη χωρίζουν από την Αλγερία (1.559 …

    Dictionary of Greek

  • 104Μπάζεντοφ-Φλαϊάνι, νόσος των- — Νόσος του θυρεοειδούς αδένα, που πήρε το όνομά της από τους επιστήμονες που πρώτοι την περιέγραψαν. Ο Ιταλός Φλαϊάνι ανακοίνωσε το 1802 την πρώτη κλινική περίπτωση· ο Γερμανός Καρλ φον Μπάζεντοφ το 1840 συμπλήρωσε την περιγραφή του συνδρόμου στο… …

    Dictionary of Greek

  • 105Μπαχάμες — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στον Ατλαντικό ωκεανό. Αποτελείται από περίπου 700 νησιά και νησίδες, που βρίσκονται ΝΑ της πολιτείας Φλόριντα των ΗΠΑ και Α της Κούβας.Διασκορπισμένες σε μια θαλάσσια έκταση μεγαλύτερη από 1.000 τ. χλμ …

    Dictionary of Greek

  • 106Ντούτσιο ντι Μπουονινσένια — (Duccio di Buoninsegna, Σιένα 1255 –1319). Ιταλός ζωγράφος, ο σπουδαιότερος της Σιένας του 13ου αι. Αμφισβητείται η διαμόρφωση και η αρχή της ζωγραφικής του δραστηριότητας, αφού τα πρώτα τεκμηριωμένα έργα του έχουν χαθεί (διακόσμηση δώδεκα… …

    Dictionary of Greek

  • 107Ουζμπεκιστάν — (διεθν. Uzbekistan) Ουζμπεκιστάν Κράτος της κεντρικής Ασίας. Συνορεύει Ν με το Τουρκμενιστάν και με το Αφγανιστάν, Β με το Καζακστάν, Α με την Κιργισία, ΝΑ με το Τατζικιστάν.Η χώρα διαιρείται διοικητικά σε 12 επαρχίες, σε μία αυτόνομη δημοκρατία… …

    Dictionary of Greek

  • 108Παπούα – Νέα Γουινέα — Συγκρότημα νησιών της Νοτιοανατολικής Ασίας, μεταξύ της θάλασσας των Κοραλίων και του νότιου Ειρηνικού Ωκεανού, ανατολικά της Ινδονησίας.Aνεξάρτητο κράτος από τις 16 Σεπτεμβρίου 1975 στο πλαίσιο της Bρετανικής Kοινοπολιτείας, περιλαμβάνει το… …

    Dictionary of Greek

  • 109Πουέρτο Ρίκο ή Πόρτο Ρίκο — Νησί της Κεντρικής Αμερικής στις Μεγάλες Αντίλλες, που βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό στα Β και από την Καραϊβική θάλασσα στα Ν· στα Δ χωρίζεται από τα νησιά Ισπανιόλα (ή Αϊτή) μέσω της Διόδου Μόνα (ή διώρυγας της Μόνα).Έχει έκταση 9.103 τ.… …

    Dictionary of Greek

  • 110Σέρβιος Τύλλιος — Μυθικός βασιλιάς της Ρώμης, διάδοχος του Ταρκύνιου Πρίσκου, που στα ανάκτορά του είχε ανατραφεί σαν δούλος. Η βασιλεία του υπήρξε ήπια και του αποδίνονται αρκετά δημόσια έργα και συνταγματικές μεταρρυθμίσεις. Λέγεται ότι δολοφονήθηκε …

    Dictionary of Greek