έκάτη
1Ἑκάτη — Hecate fem nom/voc sg (attic epic ionic) …
2ἑκάτη — Hecate fem nom/voc sg (attic epic ionic) …
3Ἑκάτῃ — Ἑκάτη Hecate fem dat sg (attic epic ionic) …
4ἑκάτῃ — ἑκάτη Hecate fem dat sg (attic epic ionic) …
5εκάτη — I Θεότητα, η οποία, σύμφωνα με μια παράδοση, ήταν κόρη του τιτάνα Περσέα και της Αστερίας, αδελφής της Λητούς. Είχε υπό την προστασία της κάθε είδους δραστηριότητα και την επικαλούνταν οι λεχώνες, ενώ της προσέφεραν δείπνα (Ε. δείπνα) έξω από τις …
6Ἑκάται — Ἑκάτη Hecate fem nom/voc pl Ἑκάτᾱͅ , Ἑκάτη Hecate fem dat sg (doric aeolic) …
7Ἑκάτηι — Ἑκάτῃ , Ἑκάτη Hecate fem dat sg (attic epic ionic) …
8ἑκάτηι — ἑκάτῃ , ἑκάτη Hecate fem dat sg (attic epic ionic) …
9Геката — (Έκάτη) у греков божество лунного света. Культ Г. существовал сначала у фракийцев и от них уже перешел к грекам. У Гомера мы не встречаем имени Г.; в Теогонии же Гесиода, где о ней впервые упоминается, она называется дочерью титана Персея; другие …
10Ἑκάτην — Ἑκάτη Hecate fem acc sg (attic epic ionic) …