έκτακτος

  • 81Παυλίδης, Παναγιώτης — (Κυπαρισσία 1837 – Αθήνα 1894). Θεολόγος. Φοίτησε στη Ριζάρειο Σχολή (1856 60) και σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Συμπλήρωσε τις σπουδές του στη Γερμανία, όπου ειδικεύτηκε στην εβραϊκή γλώσσα. Αναγορεύθηκε διδάκτορας της θεολογίας …

    Dictionary of Greek

  • 82Πλανκ, Μαξ — (Planck). Γερμανός θεωρητικός φυσικός (Κίελο 1858 – Γκέτινγκεν 1947). Η φήμη του είναι ιδιαίτερα συνδεδεμένη με την ανακάλυψη της κβάντωσης της ενέργειας (1900), η οποία άνοιξε το δρόμο για όλες τις μεταγενέστερες εξελίξεις της κβαντικής φυσικής …

    Dictionary of Greek

  • 83Ραγκόνα, Nτομένικο — (Ragona, 1820 – 1892). Ιταλός αστρονόμος. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Παλέρμου στη Σικελία, όπου αργότερα διορίστηκε έκτακτος καθηγητής της φυσικής και, αργότερα, βοηθός στο αστεροσκοπείο. Πήρε μέρος στον πόλεμο του 1848 και μετά διορίστηκε… …

    Dictionary of Greek

  • 84Ράδος, Κωνσταντίνος — I (1785 – 1865). Αγωνιστής του 1821 και Φιλικός. Καταγόταν από την Ήπειρο. Σπούδασε στα Γιάννενα και στην Πίζα. Διετέλεσε στρατιωτικός διοικητής στο Ναύπλιο επί Ι. Καποδίστρια, έκτακτος επίτροπος Αργολίδας και επίτροπος της δυτικής Στερεάς… …

    Dictionary of Greek

  • 85Ρεγιέ, Zορζ Aντουάν Πους — (Rayet, 1839 – 1906). Γάλλος αστρονόμος. Αρχικά διορίστηκε έκτακτος αστρονόμος και τμηματάρχης της μετεωρολογικής υπηρεσίας του αστεροσκοπείου του Παρισιού. Το 1874 διορίστηκε στο πανεπιστήμιο της Μασσαλίας και το 1876 στο Μπορντό όπου, μετά από… …

    Dictionary of Greek

  • 86Ρίντμπεργκ, Γιοχάνες Ρόμπερτ — (Rydberg, Χάλμστατ 1854 – Λουντ 1919). Σουηδός φυσικός. Αφού τελείωσε τις σπουδές του μαθηματικών (1879) στο πανεπιστήμιο του Λουντ, διήνυσε εκεί όλη την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία του, από το 1901 ως έκτακτος καθηγητής της φυσικής και από το 1909… …

    Dictionary of Greek

  • 87Σαχίνης — Επώνυμο ναυτικής οικογένειας της Ύδρας, της οποίας σπουδαιότερα μέλη ήταν οι επόμενοι: 1. Δημήτριος (1759 1808). Ναυτικός, γιος του Αντώνιου Κιοσσέ. Υπηρέτησε τον τουρκικό στόλο με το σκάφος του. Εξαιτίας της δραστηριότητας και ταχύτητας του στη… …

    Dictionary of Greek

  • 88Σβάλμπε, Γκούσταφ Αλμπερτ — (Schwalbe). Γερμανός ανθρωπολόγος και ανατόμος (Κβέν τλινμπουργκ 1844 Στρασβούργο 1916). Πήρε το δίπλωμά του στο Βερολίνο το 1866, διορίστηκε έκτακτος καθηγητής στη Λιψία και κατόπιν το 1879, διαδέχτηκε τον Γκέγκενμπαουρ στην έδρα της ανατομίας… …

    Dictionary of Greek

  • 89Σγουρίτσας, Χρήστος — Συνταγματολόγος και πρώην υπουργός (1895 1966). Γεννήθηκε στο Βασσαρά της Λακωνίας. Διατέλεσε καθηγητής της Παντείου Σχολής (1931 1934). Το 1948 διορίστηκε έκτακτος καθηγητής του συνταγματικού δίκαιου στο πανεπιστήμιο της Αθή νας και στη συνέχεια …

    Dictionary of Greek

  • 90Σεμιτέλος, Δημήτριος — (1828 – 1898). Έλληνας φιλόλογος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Αρχικά φοίτησε στη Ριζάριο Σχολή και ύστερα γράφτηκε στη φιλοσοφική στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Συνέχισε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Βερολίνο, όπου το 1854… …

    Dictionary of Greek