άγνωστο(ν)

  • 121φιλέορτος — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκλησίας. Μαρτύρησε με σπαθί σε άγνωστο τόπο και χρόνο. Η μνήμη του τιμάται στις 31 Αυγούστου. * * * η, ο / φιλέορτος, ον, ΝΑ αυτός που τού αρέσουν οι γιορτές («ἔχουσα δέ μοι μόλοις εἰρήνην φιλέορτου», Αριστοφ.) νεοελλ.… …

    Dictionary of Greek

  • 122φιλήμων — I Όνομα ιστορικών και μυθολογικών προσώπων. 1. Μυθολογικό πρόσωπο, που ζούσε στη Φρυγία με τη σύζυγό του Βαυκίδα, και φιλοξένησαν τον Δία στη φτωχική καλύβα τους. Σύμβολο συζυγικής αγάπης και ζευγάρι πολύ αγαπητό στους θεούς. Μετά τον θάνατό τους …

    Dictionary of Greek

  • 123φρίνιον — τὸ, Α άγνωστο είδος οικιακού σκεύους …

    Dictionary of Greek

  • 124φρυγίλος — ὁ, Α άγνωστο είδος πτηνού. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. ονομ. πτηνού, η οποία εμφανίζει επίθημα ίλος, όπως και άλλα ον. πτηνών (πρβλ. ὀρχ ίλος, σποργ ίλος, τροχ ίλος). Κατά μία άποψη, η λ. μπορεί να αναχθεί στην ΙΕ ρίζα *bher (e)g «γαβγίζω,… …

    Dictionary of Greek

  • 125φρυγιατικόν — τὸ, Μ άγνωστο είδος φυτού …

    Dictionary of Greek

  • 126χαλίμα — Ελληνική ονομασία της ηρωίδας στη συλλογή αραβικών παραμυθιών Χίλιες και μία νύχτες. Πρόκειται για ολόκληρη σειρά από παραμύθια, ινδικής και ιρανικής προέλευσης, που διακρίνονται για τη φαντασία τους και το ποιητικό τους περιεχόμενο και η οποία… …

    Dictionary of Greek

  • 127χαρίσιος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ρήτορας από την Αττική του 4ου αι., σύγχρονος του Δημητρίου του Φαληρέα. 2. Ρωμαίος νομομαθής του 4ου αι. Έζησε στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Έγραψε: De muneribus civilibus, De testibus και De officio… …

    Dictionary of Greek

  • 128ψόρος — και ψύρος, ὁ, Α άγνωστο είδος ψαριού …

    Dictionary of Greek