άγαλμα

  • 71όρθια — Προσωνυμία της θεάς Άρτεμης, με την οποία λατρευόταν σε πολλά μέρη της αρχαίας Ελλάδας και κυρίως στη Σπάρτη, όπου είχε ιδρυθεί από τους πανάρχαιους χρόνους ιερό της Ο. Άρτεμης. Στον ναό αυτό υπήρχε ξόανο της θεάς, που σύμφωνα με την παράδοση… …

    Dictionary of Greek

  • 72Απολλώνιος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Α. ο Κρόνος (4ος αι. π.Χ.). Φιλόσοφος από την Κυρηναία, δάσκαλος του φιλοσόφου Διόδωρου. 2. Α. ο Ρόδιος (Αλεξάνδρεια 295; – Ρόδος 215; π.Χ.). Ο επιφανέστερος επικός ποιητής της αλεξανδρινής περιόδου. Παιδαγωγός… …

    Dictionary of Greek

  • 73Αριστοτέλης — I (Στάγειρα Χαλκιδικής 384 π.Χ. – Χαλκίδα 322 π.Χ.).Φιλόσοφος. Γιος του Νικόμαχου, προσωπικού γιατρού του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα Γ’, ορφανός από πολύ νωρίς, ανατρέφεται από τον Πρόξενο τον Αταρνέα. Το 367 π.Χ., σε ηλικία δεκαεπτά ετών,… …

    Dictionary of Greek

  • 74Βολιβία — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει στα Β και στα ΒΑ με τη Βραζιλία, στα Δ με το Περού και τη Χιλή και στα Ν με την Αργεντινή και την Παραγουάη.Η Β. είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Αμερικής, μαζί με την Παραγουάη, που δεν έχει έξοδο προς τη… …

    Dictionary of Greek

  • 75Γκόλεμ — Μορφή της εβραϊκής μυθολογίας.Με την ονομασία αυτή είναι επίσης γνωστό ένα πήλινο άγαλμα που κατασκευάστηκε τον 18o αι. στην Πράγα από το ραβίνο Σεβ. Ο κατασκευαστής του τον μετέτρεψε σε αληθινό υπηρέτη του, δίνοντάς του ζωή με μία μυστική… …

    Dictionary of Greek

  • 76Δανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Δανίας Έκταση: 43.094 τ. χλμ Πληθυσμός: 5.352.815 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κοπεγχάγη (499.148 κάτ. το 2001)Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στην ιστορική ομάδα των σκανδιναβικών χωρών. Συνορεύει στα Ν με τη Γερμανία, ενώ… …

    Dictionary of Greek

  • 77Ελένη, αγία — (Δρέπανο Βιθυνίας 247 – 328 μ.Χ.). Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας και μητέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ήταν κόρη ξενοδόχου, ελληνικής καταγωγής. Όταν, γύρω στο 270, ο Κωνστάντιος ο Χλωρός, αξιωματικός τότε του Αυρηλιανού, πέρασε από το… …

    Dictionary of Greek

  • 78Εράτων — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Διθυραμβοποιός (4oς αι. π.Χ.). Καταγόταν από την Αρκαδία. Δεν διασώθηκε κανένα έργο του, εκτός από μερικά αποσπάσματα στα κείμενα άλλων συγγραφέων. 2. Σέξτιος Ε. (1oς αι. μ.Χ.). Αθηναίος γλύπτης. Σε αυτόν αποδίδεται… …

    Dictionary of Greek

  • 79Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …

    Dictionary of Greek

  • 80Θάσος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Ποσειδώνα ή του βασιλιά της Φοινίκης Αγήνορα, και της Τηλέφασσας. Ενώ βρισκόταν σε αναζήτηση της Ευρώπης, ανακάλυψε τα μεταλλεία χρυσού και αργύρου του νησιού που αργότερα έφερε το όνομά του και ίδρυσε αποικία… …

    Dictionary of Greek