Перевод: с русского на все языки

Μιχάλης

Ничего не найдено.

Попробуйте поискать во всех возможных языках

или измените свой поисковый запрос.

См. также в других словарях:

  • Δερτούζος, Μιχάλης — (Αθήνα 1936 – Μασαχουσέτη 2001). Ηλεκτρολόγος μηχανικός, πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός. Αποφοίτησε από το Κολέγιο Αθηνών και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ, όπου φοίτησε στο πανεπιστήμιο ΜΙΤ της Μασαχουσέτης. Απέκτησε τον διδακτορικό του… …   Dictionary of Greek

  • Κακογιάννης, Μιχάλης — (Λεμεσός Κύπρου 1922 –). Σκηνοθέτης του κινηματογράφου και του θεάτρου. Σπούδασε νομικά και αργότερα δραματική τέχνη στο Central School of Dramatic Art του Λονδίνου. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως ηθοποιός και σκηνοθέτης στο αγγλικό θέατρο και… …   Dictionary of Greek

  • Κασσωτάκης, Μιχάλης — (Άγιος Κωνσταντίνος Λασιθίου Κρήτης 1946 –). Πανεπιστημιακός και συγγραφέας. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στις επιστήμες της αγωγής σε πανεπιστήμια της Γαλλίας (Σορβόνη κ.ά.). Σταδιοδρόμησε αρχικά ως… …   Dictionary of Greek

  • Κατσαρός, Μιχάλης — (Κυπαρισσία Αρκαδίας 1919 – Αθήνα 1998). Ποιητής. Έλαβε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο (1940 41) ως έφεδρος αξιωματικός της αεροπορίας και στην Αντίσταση το 1941. Στα ελληνικά γράμματα παρουσιάστηκε αμέσως μετά την απελευθέρωση, δημοσιεύοντας… …   Dictionary of Greek

  • Βλαχοκερασιώτης, Μιχάλης — Αγωνιστής του 1821. Καταγόταν από τη Βλαχοκερασιά της Μαντινείας. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες ως καπετάνιος, καθώς και στην πολιορκία της Τρίπολης. Το 1822 βρισκόταν στα Δερβένια του Ισθμού μαζί με τους Γ. Σέκερη και Ρήγα Παλαμήδη. Σκοτώθηκε στην… …   Dictionary of Greek

  • Βράχος, Μιχάλης — (18ος αι.). Εθνικός αγωνιστής από την Κρήτη. Γεννήθηκε στα Σφακιά και έδρασε ως κλεφτοκαπετάνιος. Συνελήφθη από τους Τούρκους, και βρήκε μαρτυρικό θάνατο …   Dictionary of Greek

  • Διαλλινάς, Μιχάλης — (1853 – 1927). Λόγιος. Διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα στο μοναστήρι των Κρεμαστών της Κρήτης. Από το 1878 διετέλεσε υπασπιστής και γραμματέας του οπλαρχηγού Μανόλη Κοκκίνη. Ήταν αυτοδίδακτος και γνώριζε την ιταλική και την τουρκική γλώσσα, γεγονός… …   Dictionary of Greek

  • Κκάσιαλος, Μιχάλης — (1885 – 1974). Λαϊκός ζωγράφος και γλύπτης. Έζησε στην Κύπρο, όπου διακρίθηκε για την καθαρά λαϊκή νοοτροπία και τεχνοτροπία του, η οποία συνέβαλε στην καθιέρωσή του. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Κ. άρχισε να ζωγραφίζει σε ηλικία 73 ετών …   Dictionary of Greek

  • Μερακλής, Μιχάλης — (Καλαμάτα 1932 –). Λαογράφος και πανεπιστημιακός. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο Πανεπιστήμιο της Γοτίγγης (Γκέτινγκεν, Γερμανία), όπου και αναγορεύτηκε διδάκτορας. Το 1975 εξελέγη τακτικός… …   Dictionary of Greek

  • Μουρούτσος, Μιχάλης — (Λαγκάδια Γορτυνίας 1980 –). Ολυμπιονίκης στο αγώνισμα τάε κβον ντο. Άρχισε να ασχολείται με το τάε κβον ντο σε ηλικία επτά, μόλις, ετών, έχει μαύρη ζώνη με τρία νταν και αγωνίζεται στην κατηγορία έως 58 κιλά. Το 1997 αναδείχθηκε πρώτος νικητής… …   Dictionary of Greek

  • Μουστερής, Μιχάλης — (Λεμεσός Κύπρου 1919 –). Λογοτέχνης. Σπούδασε εμπορικές επιστήμες, ενώ διδάχθηκε και μαθήματα Φιλολογίας, Τέχνης, Θεάτρου κλπ. Σταδιοδρόμησε ως αρχιλογιστής σε ιδιωτική εταιρεία της Λεμεσού. Παράλληλα ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία. Έγραψε… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»