(τῶν μνηστήρων

  • 11Ευίπη — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. & 2. Δύο από τις πενήντα κόρες του Δαναού από διαφορετικές μητέρες. 3. Κόρη του Χείρωνα. Επειδή την καταδίωκε ο πατέρας της, όταν ανακάλυψε την εγκυμοσύνη της, μεταμορφώθηκε σε φοράδα. 4. Κόρη του Τυρριμά, βασιλιά… …

    Dictionary of Greek

  • 12Πετσάλης-Διομήδης, Θανάσης — (Αθήνα 1904 – ;). Λογοτέχνης, ακαδημαϊκός. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Αθήνας και εργάστηκε μέχρι το 1945 στην Τράπεζα της Ελλάδας. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα με τη συλλογή διηγημάτων Μερικές εικόνες σε μια κορνίζα (1925). Έγραψε τις… …

    Dictionary of Greek

  • 13αντίνοος — I Μυθολογικό προσώπου. Ο αρχηγός των μνηστήρων της Πηνελόπης, συζύγου του Οδυσσέα. Ήταν γιος του Ευπείθη, από ευγενή οικογένεια της Ιθάκης. Πίεσε τον Τηλέμαχο να πείσει τη μητέρα του να τον παντρευτεί και, επειδή o νέος αρνήθηκε, συνωμότησε με… …

    Dictionary of Greek

  • 14μνηστηροκτονία — η (Μ μνηστηροκτονία) [μνηστηροκτόνος] (στον Όμηρο) ο φόνος τών μνηστήρων τής Πηνελόπης από τον Οδυσσέα …

    Dictionary of Greek

  • 15Εύμαιος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του βασιλιά του νησιού Συρίη, Κτησία Ορμενίδη. Έμποροι από τη Φοινίκη τον απήγαγαν και τον μετέφεραν στην Ιθάκη, όπου πουλήθηκε στον πατέρα του Οδυσσέα, Λαέρτη. Μετά τον θάνατο του Λαέρτη, υπηρέτησε πιστά τον Οδυσσέα …

    Dictionary of Greek

  • 16Μελανθώ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του Δόλιου και αδερφή του Μελάνθιου, βοσκού του Οδυσσέα. Ήταν θεραπαινίδα της Πηνελόπης και ερωμένη του μνηστήρα Ευρύμαχου. Μετά τη δολοφονία των μνηστήρων απαγχονίστηκε με διαταγή …

    Dictionary of Greek

  • 17μνηστήρας — ο 1. ο αρραβωνιαστικός. 2. μτφ., αυτός που επιθυμεί πολύ κάτι και επιδιώκει να το αποκτήσει: Η παραίτηση του προέδρου της εταιρείας οδήγησε σε διαμάχη μεταξύ των μνηστήρων για τη θέση του. – Οι μνηστήρες της Πηνελόπης …

    Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • 18Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …

    Dictionary of Greek

  • 19Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… …

    Dictionary of Greek

  • 20φανάρι — I Ιστορική συνοικία της Κωνσταντινούπολης, όπου εδρεύει από το 1603 το οικουμενικό πατριαρχείο. Βρίσκεται στη νότια παραλία του Κεράτιου κόλπου και ονομάστηκε έτσι από τον φάρο που υπήρχε στη βασιλική αποβάθρα. Τριγυριζόταν από τείχος, στα ΒΔ του …

    Dictionary of Greek