(τὰ εἴδη

  • 1ειδή — η 1. η όψη τού προσώπου, η έκφραση, φυσιογνωμία 2. (για τόπους) η εξωτερική διαμόρφωση, χαρακτηριστική μορφή …

    Dictionary of Greek

  • 2εἰδῇ — οἶδα see perf subj act 3rd sg …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 3εἴδη — εἴ̱δη , εἶδος that which is seen neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) εἴ̱δη , εἶδος that which is seen neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 4εἴδῃ — εἴδομαι see pres subj mid 2nd sg εἴδομαι see pres ind mid 2nd sg οἶδα see perf subj act 3rd sg (ionic) …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 5εσπεριδοειδή — Είδη και ποικιλίες καρποφόρων δέντρων της φυλής των κιτρίων και κυρίως του γένους κίτρο, οι καρποί των οποίων εκτιμώνται ιδιαίτερα για την εύχυμη γλυκόξινη ή ξινή σάρκα τους. Τα ε. καλλιεργούνται στις θερμές, εύκρατες, υποτροπικές και τροπικές… …

    Dictionary of Greek

  • 6ενδοσπόρια — Είδη αναπαραγωγικών μορφών των βακτηρίων και των κυανοφυκών. Στην πραγματικότητα, αποτελούν προϊόντα της αντίδρασης του βακτηριακού ή του κυττάρου του κυανοφύκους σε αντίξοες συνθήκες του περιβάλλοντος. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα βακτήρια… …

    Dictionary of Greek

  • 7κατάδρομοι ιχθύες — Είδη ψαριών που περνούν ένα μέρος της ζωής τους στη θάλασσα και ένα μέρος στο γλυκό νερό (σολομός, χέλι) …

    Dictionary of Greek

  • 8εἰδῆι — εἰδῇ , οἶδα see perf subj act 3rd sg …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 9κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …

    Dictionary of Greek

  • 10λεπιδόπτερα — (lepidoptera). Μεγάλη τάξη oλομετάβολων εντόμων, δηλαδή εντόμων με πλήρη μεταμόρφωση, τα οποία φέρουν την κοινή ονομασία ψυχές ή πεταλούδες όταν βρίσκονται στο στάδιο του ώριμου ή ακμαίου ατόμου. Το στάδιο της προνύμφης ονομάζεται κάμπη και το… …

    Dictionary of Greek