(τοῦ σοφοκλέους

  • 21μέλι — Ρευστή σακχαρώδης ουσία με ιδιαίτερο άρωμα. Προέρχεται από το νέκταρ των ανθέων, το οποίο απορροφούν οι μέλισσες και αποθηκεύουν στον πρόλοβό τους. Το νέκταρ είναι ένας γλυκός χυμός που εκκρίνεται από ειδικούς αδένες των ανθέων και αποτελείται… …

    Dictionary of Greek

  • 22φιλίνος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Δημοκράτης της Αττικής, που πρότεινε όλοι οι θήτες να καταταγούν στους οπλίτες. Κατηγορήθηκε για κλοπή και καταδικάστηκε έπειτα από έναν λόγο του ρήτορα Αντιφώντα, που ήταν με το μέρος των ολιγαρχικών. 2. Αττικός… …

    Dictionary of Greek

  • 23μυθογραφία — Αρχαίο λόγιο φιλολογικό είδος, το οποίο ασχολείται με τους μύθους και αναπτύχθηκε στην ελληνιστική εποχή για φιλολογικούς σκοπούς. Η μ. διακρίνεται από τη λογοτεχνία και την ποίηση μυθολογικού περιεχομένου, από τα φιλοσοφικά και θεολογικά έργα… …

    Dictionary of Greek