(στρατιήν

  • 11τάσσω — ΝΜΑ, και αττ. τ. τάττω Α 1. βάζω, τοποθετώ σε κατάλληλη θέση 2. (η μτχ. παθ. παρακμ. ως επίθ.) τεταγμένος, η, ο και μόνο στη νεοελλ. και ταγμένος, η, ο α) τοπ. ο παρατεταγμένος β) χρον. ο καθορισμένος από πριν, προδιαγεγραμμένος νεοελλ. 1. ορίζω …

    Dictionary of Greek

  • 12υπαντιάζω — και ὑπαντιῶ, άω, Α πηγαίνω να συναντήσω κάποιον («οἱ Σκύθαι... ὑπηντίαζον τὴν Δαρείου στρατιήν», Ηρόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο) * + ἀντιάζω / ἀντιάω «απαντώ, συναντώ»] …

    Dictionary of Greek