(σταγόνες

  • 21Μελίαι — και Μελιάδες, αἱ (Α) [μελιά] νύμφες που κατά την αρχαία μυθολογία γεννήθηκαν από τις σταγόνες τού αίματος τού Ουρανού, όταν ακρωτηριάστηκε, χύθηκαν σε ένα σημείο τής Γης και τό γονιμοποίησαν («Νύμφας θ ἅς Μελίας καλέουσ ἐπ ἀπείρονα γαῑαν»,… …

    Dictionary of Greek

  • 22Σιληνός — I Αρχαίος συγγραφέας από τη Xίo. Έγραψε ένα ποίημα με τίτλο Μυθικαί Ιστορίαι. Στο δεύτερο βιβλίο του συγγράμματος αυτού, παραθέτει μια παράδοξη ετυμολογία του ονόματος Οδυσσεύς, το οποίο θεωρεί ότι προήλθε από τη λέξη «οδός» και το ρήμα «ύειν».… …

    Dictionary of Greek

  • 23άμυλο — Χημική ένωση που αποτελείται από άνθρακα, υδρογόνο και οξυγόνο και ανήκει στην τάξη των απλών πολυσακχαριτών, ο γενικός τύπος των οποίων είναι Χ [(C6H10O5)n] όπου n είναι ένας αριθμός που αντιπροσωπεύει μερικές εκατοντάδες μόρια. Το α.… …

    Dictionary of Greek

  • 24αδένωμα — Καλοήθης όγκος ενός αδένα που εμφανίζεται σε διάφορα αδενοφόρα όργανα (μαστοί, στομάχι, νεφρά, θυρεοειδής κλπ.). Ανάλογα με το μέρος όπου εμφανίζεται, παίρνει και την ονομασία του, όπως π.χ. προστατικό α., μαστικό α. κλπ. Τo α. πιέζει τους… …

    Dictionary of Greek

  • 25ακέρωτος — (I) ἀκέρωτος, ον (Α) ο άκερος*. (II) η, ο 1. αυτός που δεν έχει αλειφθεί με κερί 2. αυτός που θάφτηκε χωρίς ν ανάψουν κεριά, δηλ. χωρίς να διαβαστεί η νεκρώσιμη ακολουθία 3. εκείνος που δεν έχει πάρει το χρώμα τού κεριού 4. όποιος δεν έχει… …

    Dictionary of Greek

  • 26αποκοτταβισμός — ἀποκοτταβισμός, ο (Α) το να πετά κάποιος τις τελευταίες σταγόνες που απέμειναν στο ποτήρι του κρασιού …

    Dictionary of Greek

  • 27γείσο — Το μέρος της στέγης ενός ναού ή σπιτιού που προεξέχει από τους κάθετους τοίχους του, με σκοπό να τους προφυλάξει από τα νερά της βροχής που ρέουν από τη στέγη. Στην αρχιτεκτονική των αρχαίων το γ. ήταν το ανώτατο τμήμα του θριγκού (κορνίζας). Το… …

    Dictionary of Greek

  • 28δάκρυ — Υγρό διαφανές των δακρυϊκών αδένων, αντίδρασης αλκαλικής, το οποίο χρησιμεύει για την ύγρανση του βολβού του οφθαλμού και την απομάκρυνση ξένων σωμάτων. Το δ. περιέχει νερό και ανόργανες ουσίες, κυρίως χλωριούχο νάτριο και μαγνήσιο, θειούχο και… …

    Dictionary of Greek

  • 29δερμοαντίδραση — η φλεγμονώδης αντίδραση στο δέρμα αλλεργικού ατόμου όταν τοποθετηθούν σε αυτό σταγόνες μικροβιακής τοξίνης …

    Dictionary of Greek

  • 30διάθλαση — Εκτροπή η οποία συντελείται σε μια ακτινοβολία, ιδιαίτερα στο φως, κατά τη δίοδό της από ένα διαπερατό σε αυτή μέσο σε ένα άλλο (π.χ. από τον αέρα στο νερό, από τον αέρα στο γυαλί, μεταξύ διαφόρων γυαλιών). Ονομάζεται γωνία πρόσπτωσης η γωνία i… …

    Dictionary of Greek