(πυλῶν
51εκπέμπω — (AM ἐκπέμπω) 1. αποστέλλω, εξαποστέλλω («εκπέμπω αποικία», «ἐκπέμπουσι συμπρεσβευτάς») 2. αναδίδω και διασκορπίζω στον χώρο («εκπέμπω λάμψη», «ἐκπέμπω σέλας, πνεῡμα ὑγρόν, δυσοσμίαν κ.λπ.») νεοελλ. 1. απελευθερώνω ηλεκτρόνια τα οποία κινούνται… …
52εξιππάζομαι — ἐξιππάζομαι (AM) φεύγω έφιππος («κοσμήσας τον ἵππον ἐξιππάσατο διὰ τῶν πυλῶν», Πλούτ.) μσν. (για ίππο) καλπάζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + ιππάζομαι (< ίππος)] …
53ευθαρσώ — εὐθαρσῶ, έω (Α) [ευθαρσής] έχω θάρρος, είμαι εύτολμος, θαρραλέος («καὶ πυλῶν ἐπ ἐξόδοις μίμνοντες εὐθαρσεῑτε», Αισχύλ,) …
54ευρύπυλος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς του Ορμένιου της Θεσσαλίας, γιος του Ευδαίμονα. Ήταν ένας από τους μνηστήρες της Ωραίας Ελένης. Εκστράτευσε εναντίον της Τροίας με 40 πλοία. Τον τραυμάτισε ο Πάρις, αλλά τον θεράπευσε ο Πάτροκλος. Ήταν ένας …
55ζύγωμα — το (AM ζύγωμα, ατος) [ζυγώ, όω] νεοελλ. 1. συνένωση, προσαρμογή («το ζύγωμα τών κομματιών τής μηχανής») 2. (για πρόσ. ή χρονικές εποχές ή εορτές) προσέγγιση, πλησίασμα («το ζύγωμα τής Λαμπρής») 3. το πεδίο που σχηματίζεται ανάμεσα σε δύο κορυφές… …
56ζώπυρος — (τέλη 5ου αι. – αρχές 6ου αι. π.Χ.). Πέρσης ευγενής. Υπήρξε συνεργός στη δολοφονία του σφετεριστή του θρόνου Γαυμάτα και στην ανακήρυξη του Δαρείου Α’ σε βασιλιά. Ήταν τόσο πιστός στον Δαρείο, ώστε όταν αυτός πολιορκούσε τη Βαβυλώνα επί 20 μήνες …
57ηπατογαστρικός — ή, ό φρ. «ηπατογαστρικός σύνδεσμος» το τμήμα τού ελάσσονος επιπλόου που εκτείνεται μεταξύ τών πυλών τού ήπατος και τού ελάσσονος τόξου τού στομάχου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ήπαρ, ατος + γαστρικός < γαστήρ. Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στο Γαλλοελληνικόν …
58ηπατοδωδεκαδακτυλικός — ή, ό φρ. «ηπατοδωδεκαδακτυλικός σύνδεσμος» το τμήμα τού ελάσσονος επιπλόου που εκτείνεται μεταξύ τών ηπατικών πυλών και τού άνω τμήματος τού δωδεκαδακτύλου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ήπαρ, ατος + δωδεκαδακτυλικός] …
59κέρβερος — Μυθολογικό ον. Είχε μορφή σκύλου με τρία (ή πενήντα) κεφάλια και ουρά φιδιού και φρουρούσε την είσοδο του Άδη. Ήταν γιος του Τυφώνα και της Έχιδνας, όπως επίσης ο δικέφαλος σκύλος του Γηρυόνη, Όρθρος, η Λερναία Ύδρα και άλλα τέρατα. Ο Κ.… …
60κλείθρο — το (Α κλεῑθρον, ιων. τ. κλήϊθρον, δωρ. τ. κλᾷθρον, αττ. τ. κλῇθρον) ο μοχλός με τον οποίο κλείνεται η πόρτα, η αμπάρα, ο σύρτης (α. κλῇθρα γὰρ πυλῶν τάδε διοίγεται», Σοφ. β. «τὰ δὲ πρόπυλα τῆς εἰς Πλούτωνος ὁδοῦ σιδηροῑς κλείθροις και κλεισὶν… …