Μέδουσα.

Μέδουσα.

Русская мысль и речь. Свое и чужое. Опыт русской фразеологии. Сборник образных слов и иносказаний. Т.Т. 1—2. Ходячие и меткие слова. Сборник русских и иностранных цитат, пословиц, поговорок, пословичных выражений и отдельных слов. СПб., тип. Ак. наук.. . 1896—1912.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "Μέδουσα." в других словарях:

  • Μέδουσα — Μεδούσα fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μέδουσα — Νηκτική μορφή των κνιδοζώων, η οποία είναι προσαρμοσμένη για πλαγκτονική διαβίωση. Οι μ. αντιπροσωπεύουν, γενικά, τα ελεύθερα στάδια του κύκλου ζωής των υδροζώων και των σκυφοζώων, ο οποίος περιλαμβάνει εναλλαγή γενεών και διμορφισμό (μεταγένεση) …   Dictionary of Greek

  • μέδουσα — Νηκτική μορφή των κνιδοζώων, η οποία είναι προσαρμοσμένη για πλαγκτονική διαβίωση. Οι μ. αντιπροσωπεύουν, γενικά, τα ελεύθερα στάδια του κύκλου ζωής των υδροζώων και των σκυφοζώων, ο οποίος περιλαμβάνει εναλλαγή γενεών και διμορφισμό (μεταγένεση) …   Dictionary of Greek

  • Μέδουσα — η (μυθ.), μια από τις τρεις Γοργόνες, με γυναικείο σώμα και φίδια στα μαλλιά, που σκότωσε ο Περσέας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μέδουσα — η ασπόνδυλο ζώο που ζει στη θάλασσα, η ακαλήφη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μέδουσα — μέδω protect pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεδούσας — Μεδούσᾱς , Μεδούσα fem acc pl Μεδούσᾱς , Μεδούσα fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεδούσας — μεδούσᾱς , μέδω protect pres part act fem acc pl (attic epic doric ionic) μεδούσᾱς , μέδω protect pres part act fem gen sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεδούσης — Μεδούσα fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεδούσῃ — Μεδούσα fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»