- tavistockite
- тавистокит, Са5(Р04СОз)з(ОН, F)
* * *тавистокит
English-Russian dictionary of geology. 2011.
English-Russian dictionary of geology. 2011.
tavistockite — tav·is·tock·ite … English syllables
tavistockite — ˈtavəˌstäˌkīt noun ( s) Etymology: Tavistock, Devonshire, England + English ite : a mineral Ca3Al2(PO4)3(OH)3 consisting of a basic calcium aluminum phosphate and occurring in minute white crystals … Useful english dictionary
ταβιστοκίτης — ο, Ν (ορυκτ.) βασικό φωσφορικό ορυκτό τού αργιλίου και τού ασβεστίου, λευκού χρώματος, που κρυσταλλώνεται στο ορθορομβικό σύστημα. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. tavistockite < Tavistock, περιοχή τής Αγγλίας + κατάλ. ite] … Dictionary of Greek