ἕπομαι
1έπομαι — → δες έπεται …
2ἕπομαι — pres ind mp 1st sg …
3έπομαι — (AM ἕπομαι) 1. ακολουθώ άλλον, συνοδεύω (α. «ἡγήσατο, τοὶ δ’ ἅμ’ ἕποντο», Ομ. Οδ. β. «τῷ δ’ ἅμα τεσσαράκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο Λοκρῶν», Ομ. Ιλ.) 2. (στο γ’ εν. πρόσ.) ἕπεται προκύπτει, εξάγεται ως συμπέρασμα 3. (η μτχ. ενεστ.) ἑπόμενος, η, ο… …
4έπομαι — 1. έρχομαι κατόπι, ακολουθώ. 2. στο γ πρόσωπο εν., έπεται προκύπτει, βγαίνει ως συμπέρασμα: Από αυτό έπεται ότι θα έχουμε εκλογές. 3. η μτχ., επόμενος, επόμενη και επομένη, ο επίρρ. επομένως ως επίθ., α. που έρχεται κατόπι, που ακολουθεί, ύστερος …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
5ἕπεσθον — ἕπομαι pres imperat mp 2nd dual ἕπομαι pres ind mp 3rd dual ἕπομαι pres ind mp 2nd dual ἕπομαι imperf ind mp 2nd dual (homeric ionic) …
6ἕπεο — ἕπομαι aor imperat mid 2nd sg (epic doric ionic aeolic) ἕπομαι pres imperat mp 2nd sg (epic doric ionic aeolic) ἕπομαι imperf ind mp 2nd sg (epic doric ionic aeolic) …
7ἕπεσθε — ἕπομαι pres imperat mp 2nd pl ἕπομαι pres ind mp 2nd pl ἕπομαι imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) …
8ἕπευ — ἕπομαι aor imperat mid 2nd sg (epic doric ionic) ἕπομαι pres imperat mp 2nd sg (epic doric ionic) ἕπομαι imperf ind mp 2nd sg (epic doric ionic) …
9σποῦ — ἕπομαι aor imperat mid 2nd sg (attic) ἕπομαι aor ind mid 2nd sg (attic epic doric) σποῦ eye indeclform (indecl) …
10σπέ — ἕπομαι aor imperat act 2nd sg ἕπομαι aor ind act 3rd sg (homeric ionic) …