ἐν δὲ μέσαις

  • 1μέσαις — μέση mese fem dat pl μέσης a wind between masc dat pl μέσος b fem dat pl …

    Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • 2Μέτσαϊς ή Μέσαϊς, Κουέντιν — (Quentin Messys ή Metsys και Massys ή Matsys, Λουβέν περ. 1465 – Αμβέρσα 1530). Φλαμανδός ζωγράφος. Το 1491 εγκατέλειψε τον τόπο του για να εγκατασταθεί οριστικά στην Αμβέρσα, όπου ίδρυσε τη γνωστή ζωγραφική σχολή. Συνέχισε την παράδοση του 15ου… …

    Dictionary of Greek

  • 3FORUM — an a ferendo, quod eo controversias suas et quae ven dere vellent, conferrent, ut voluit Varro: an a voce foras, quod sc. foras et sub dio sit, ut alii: an a fando, ut Isid. sentit, dictum, varias habet significationes: quibus omnissis, de iis… …

    Hofmann J. Lexicon universale

  • 4μέσος — η, ο(ν) (ΑM μέσος, η, ον, Α επικ. τ. μέσσος, βοιωτ. και κρητ. τ. μέττος) 1. (τοπ. και χρον.) αυτός που βρίσκεται μεταξύ δύο ακραίων ορίων ή μεταξύ αρχής και τέλους, μεσαίος, κεντρικός, μεσιανός 2. το κεντρικό σημείο πράγματος, το μεσαίο σημείο… …

    Dictionary of Greek