ἀφασία
1ἀφασία — ἀφασίᾱ , ἀφασία fem nom/voc/acc dual ἀφασίᾱ , ἀφασία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …
2ἀφασίᾳ — ἀφασίαι , ἀφασία fem nom/voc pl ἀφασίᾱͅ , ἀφασία fem dat sg (attic doric aeolic) …
3αφασία — Η αδυναμία ομιλίας που είναι σύμπτωμα διαφόρων παθολογικών καταστάσεων και συνήθως οφείλεται σε σοβαρές βλάβες του κεντρικού νευρικού συστήματος (εμβολές, θρομβώσεις, όγκοι, τραύματα). Πρόσκαιρο αφασικό σύνδρομο μπορεί να εμφανιστεί και κατά την… …
4αφασία — η το χάσιμο της ικανότητας να μιλά κανείς: Δύο μέρες τώρα ο τραυματισμένος βρίσκεται σε αφασία …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
5ἀφασίας — ἀφασίᾱς , ἀφασία fem acc pl ἀφασίᾱς , ἀφασία fem gen sg (attic doric aeolic) …
6ἀφασίαι — ἀφασία fem nom/voc pl ἀφασίᾱͅ , ἀφασία fem dat sg (attic doric aeolic) …
7ἀφασίαν — ἀφασίᾱν , ἀφασία fem acc sg (attic doric aeolic) …
8ἀφασίη — ἀφασία fem nom/voc sg (epic ionic) …
9Греческая философия — обнимает собою более чем тысячелетний период истории. Она зарождается за VI в. до Р. X., совпадая с началом того умственного и нравственного брожения, которое постепенно охватывало весь древний мир, и кончается в V или VI в. по Р. X., незаметно и …
10Aphasie — Klassifikation nach ICD 10 F80.1 Expressive Sprachstörung F80.28 Sonstige rezeptive Sprachstörung F80.3 …