χῖος ἀστράγαλος

  • 1χιάς — άδος, ἡ, Α ονομασία τού παιχνιδιού με τους αστραγάλους. [ΕΤΥΜΟΛ. < χῖος «αστράγαλος» + κατάλ. άς, άδος (πρβλ. θαμν άς)] …

    Dictionary of Greek