το μονοπώλιο
91Σουβάλωφ, Πιοτρ Ιβάνοβιτς — Ρώσος πολιτικός και στρατιωτικός (1710 1762). Πήρε μέρος στο πραξικόπημα του 1741, που έφερε στο θρόνο της Ρωσίας την Ελιζαβέτα Πετρόβνα. Στη δεκαετία του 1750 ο Σ. ήταν υπεύθυνος για την εσωτερική πολιτική της κυβέρνησης. Σύνταξε σχέδια… …
92Φλόριντα — (Florida). Πολιτεία (139.697 τ. χλμ., 17.244.300 κατ.) των νοτιοανατολικών ΗΠΑ, που βρέχεται από τον Ατλαντικό στα Α, από τον κόλπο του Μεξικού στα Δ, από τα Στενά της Φλόριντας (που τη χωρίζουν από την Κούβα) στα Ν, και συνορεύει στα Β με τις… …
93Χόλυγουντ — (Hollywood). Πόλη (260.000 κάτ.) της νότιας Καλιφόρνιας, προάστιο του Λος Άντζελες, στο οποίο προσαρτήθηκε το 1910. Η τύχη του X., πρωτεύουσας του αμερικανικού κινηματογράφου, έδωσε το σύνθημα για τη δημιουργία άλλων πόλεων, που χρησίμευσαν ως… …
94εκμεταλλεύομαι — εκμεταλλεύτηκα 1. βγάζω μεταλλεύματα ή ορυκτά από το υπέδαφος: Η εταιρεία εκμεταλλεύεται τα ορυχεία της περιοχής. 2. μτφ., χρησιμοποιώ πλουτοφόρες πηγές, για να αντλήσω από αυτές κέρδη: Το κράτος εκμεταλλεύεται το μονοπώλιο σπίρτων. 3. μτφ.,… …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
95μονοπωλιακός, -ή — ό ο σχετικός με το μονοπώλιο: Μονοπωλιακή κατανάλωση …
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)