το μονοπώλιο

  • 71Λο, Τζον — (John Law, Εδιμβούργο 1671 – Βενετία 1729). Βρετανός τραπεζίτης και οικονομολόγος. Ανήκε σε πλούσια οικογένεια, και, αν και είχε άστατη ζωή, απέκτησε βαθιά γνώση των οικονομικών και τραπεζικών ζητημάτων. Το 1694, επειδή σκότωσε κάποιον σε… …

    Dictionary of Greek

  • 72Λονδίνο — (London). Πόλη (6.926.319 κάτ. το 2001) της νοτιοανατολικής Αγγλίας, πρωτεύουσα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας. Είναι από τις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου και μητρόπολη της Ευρώπης, μαζί με το Παρίσι.… …

    Dictionary of Greek

  • 73Μακάο — Ειδική διοικητική περιφέρεια (21 τ. χλμ., 461.833 κάτ. το 2002) της Κίνας.Βρίσκεται στη νοτιοανατολική ακτή της Κίνας, Δ του Χονγκ Κονγκ. Αποτελείται από μία χερσόνησο και τρία νησιά, το Κολοάνε και τα δύο νησιά Τάιπα, που βρίσκονται στα Ν της… …

    Dictionary of Greek

  • 74Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… …

    Dictionary of Greek

  • 75Μέτερνιχ-Βίνεμπουργκ, Κλέμενς Λόταρ Βέντσελ πρίγκιπας του- — (Klemens Lothar Wenzel Nepomuk Metternich Winneburg, Κόμπλεντς 1773 – Βιέννη 1859). Αυστριακός πολιτικός και διπλωμάτης. Αποφοίτησε από τα πανεπιστήμια του Στρασβούργου και της Μαγεντίας, ενώ μυήθηκε στον χώρο της διπλωματίας, ακολουθώντας τον… …

    Dictionary of Greek

  • 76Μιχαήλ — I (εβρ. Μικαέλ = τις ως ο Θεός;). Όνομα με το οποίο αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη ο άγγελος φύλακας του Ισραήλ. Αναφέρεται επίσης στην Καινή Διαθήκη και στα απόκρυφα κείμενα. Η λατρεία του στη χριστιανική Εκκλησία (Αρχάγγελος Μιχαήλ) είναι… …

    Dictionary of Greek

  • 77Μπέργκεν — (Bergen). Πόλη (229.496 κάτ.) της νοτιοδυτικής Νορβηγίας, πρωτεύουσα της κομητείας Χόρνταλαντ (15.634 τ. χλμ.). Χτισμένο κατά το μεγαλύτερο μέρος σε μια χερσόνησο μεταξύ δύο δευτερευόντων βραχιόνων του Μπίφιορντ (Ατλαντικός ωκεανός), το Μ. είναι… …

    Dictionary of Greek

  • 78Μπρουνέι — Κράτος της ανατολικής Ασίας, στο νησί Βόρνεο. Συνορεύει Δ, Ν και Α με τη Μαλαισία και βρέχεται Β από τη Νότια Κινεζική Θάλασσα.Tο Μ. είναι το μοναδικό κατοικημένο από Mαλαίους έδαφος που δεν προσχώρησε το 1963 στη Mαλαισία. Γεωγραφικά, ανήκει… …

    Dictionary of Greek

  • 79Νικαράγουα — Κράτος της κεντρικής Αμερικής. Συνορεύει Β με την Oνδούρα, Ν με την Kόστα Pίκα και βρέχεται Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό, και Α από τη Θάλασσα των Aντιλλών.H Ν. είναι το πιο εκτεταμένο και λιγότερο πυκνοκατοικημένο κράτος της κεντρικής Αμερικής. H… …

    Dictionary of Greek

  • 80Νικηφόρος ή Νικηφορίτζης — (11ος αι.). Βυζαντινός ευνούχος, που υπηρέτησε στην Αυλή του Βυζάντιου στα χρόνια του Κωνσταντίνου Γ’ Δούκα (1059 67) και του Μιχαήλ Z’ Δούκα (1071 78), ο οποίος τον διόρισε Λογοθέτη του Δρόμου. Η πολιτική του δράση, καθώς και η έντονη επιρροή… …

    Dictionary of Greek