το διάγραμμα

  • 101φορμαλεία — και φορμαλία και φορμαρία και πιθ. τ. φρουμαρία, ἡ, Α απόδειξη καταβολής χρημάτων, απόδειξη εξόφλησης 2. πίνακας τροφοδοσίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. formula «μορφή, σχήμα διάγραμμα»] …

    Dictionary of Greek

  • 102φωναγγειογράφημα — το, Ν [φωναγγειογραφία] ιατρ. το διάγραμμα που λαμβάνεται με φωναγγειογραφία …

    Dictionary of Greek

  • 103φως — Ημερήσια ελληνική εφημερίδα του Καΐρου, που ιδρύθηκε το 1903 και εκδίδεται μέχρι σήμερα. Ιδρυτής και πρώτος διευθυντής ο Στ. Ευσταθιάδης. Με τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε εβδομαδιαία εφημερίδα στο Αγρίνιο (1927 35) με ιδρυτή τον Μ. Τζάνη. * * * ωτός …

    Dictionary of Greek

  • 104χαρτόγραμμα — το, Ν διάγραμμα με χαρτογραφική βάση, στο οποίο δίνεται μεγαλύτερη σημασία σε στατιστικές πληροφορίες και όχι στις τοπογραφικές μορφές. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cartogram < χάρτης + γράμμα] …

    Dictionary of Greek

  • 105χρονοδιάγραμμα — το, Ν 1. γραφική παράσταση τής οποίας ο άξονας τεταγμένων υποδιαιρείται σε κλάσματα χρόνου, έτσι ώστε οι διακυμάνσεις τού μετρούμενου στον άξονα τών τετμημένων μεγέθους να απεικονίζονται κατά τη σειρά τής χρονικής τους διαδοχής 2. (γενικά)… …

    Dictionary of Greek

  • 106χρωματογράφημα — το, Ν [χρωματογράφος] χημ. διάγραμμα που λαμβάνεται με τον χρωματογράφο, αλλ. χρωματόγραμμα …

    Dictionary of Greek

  • 107ωροσκόπιο — Μέθοδος με την οποία οι αστρολόγοι ισχυρίζονται ότι μπορούν να μαντέψουν το μέλλον ενός ατόμου, με βάση την τοποθέτηση των πλανητών τη στιγμή της γέννησής του. Τα ω. ήταν γνωστά από την αρχαιότητα, και βασίζονται στην επιρροή την οποία ασκούν… …

    Dictionary of Greek

  • 108αληγείς — Άνεμοι σταθεροί που πνέουν στην επιφάνεια της Γης από τις ζώνες των τροπικών, οι οποίες έχουν σταθερά υψηλή πίεση, προς τη ζώνη του Ισημερινού, η οποία χαρακτηρίζεται από χαμηλές πιέσεις. Οι βόρειοι α. διακρίνονται από τους νότιους, προς τους… …

    Dictionary of Greek

  • 109Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …

    Dictionary of Greek

  • 110Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει …

    Dictionary of Greek