σπαρμένη

  • 1Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …

    Dictionary of Greek

  • 2μάγια — Κοινή ονομασία της ζύμης. Βλ. λ. ζυμομύκητες ή ζύμες. * * * (I) η·θρησκειολ. σανσκριτική λέξη που σημαίνει μαγεία ή ψευδαίσθηση και αποτελεί θεμελιώδη έννοια τής ινδουιστικής φιλοσοφίας. (II) η ζωολ. γένος δεκάποδων καρκινοειδών τής οικογένειας… …

    Dictionary of Greek

  • 3σησαμίτις — ίτιδος, ἡ, Α 1. ως επίθ. α) (για την γη) αυτή που είναι σπαρμένη με σουσάμι β) (για έδεσμα) αυτή που είναι παρασκευασμένη με σουσάμι 2. το φυτό σησαμίς*, η ρεζεντά. [ΕΤΥΜΟΛ. < σήσαμον «σουσάμι» + επίθημα ῖτις, ίτιδος (πρβλ. θαμν ῖτις)] …

    Dictionary of Greek

  • 4σπορολογούμαι — έομαι, Α (για σπαρμένη περιοχή) γίνεται η συγκομιδή τών καρπών μου. [ΕΤΥΜΟΛ. < σπόρος + λογῶ*] …

    Dictionary of Greek

  • 5φυταλιά — και επικ. και ιων. τ. φυταλιή, ἡ, Α 1. τόπος με δέντρα ή τόπος φυτεμένος με αμπέλια, σε αντιδιαστολή, κυρίως, προς τη σπαρμένη γη 2. φυτό 3. (ειδικά) α) η ελιά β) η άμπελος 4. χρόνος κατάλληλος για καλλιέργεια φυτών, το δεύτερο ήμισυ τού χειμώνα… …

    Dictionary of Greek

  • 6χώρος — Για τη στοιχειώδη γεωμετρία, χ. είναι μια αυτονόητη έννοια και αποτελείται από το περιβάλλον μέσα στο οποίο είναι δυνατόν να τοποθετηθούν νοερά τα άλλα, επίσης αυτονόητα, γεωμετρικά στοιχεία: σημεία, ευθείες, επίπεδα. Τα σύγχρονα όμως μαθηματικά… …

    Dictionary of Greek