πανία
1πανία — πανίᾱ , πανία fem nom/voc/acc dual πανίᾱ , πανία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) πᾱνία , πηνίον to/ neut nom/voc/acc pl (doric) …
2Πανία — Πανίᾱ , Πάνιος fem nom/voc/acc dual Πανίᾱ , Πάνιος fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …
3πάνια — Το αρχαιότατο όνομα της Αρκαδίας της Πελοποννήσου. Το όνομα αυτό προέρχεται από εκείνο του θεού Πάνα. Π. λεγόταν και επίνειο της Κιλικίας στο Aλήιο πεδίο. Η θέση του δεν εξακριβώθηκε γιατί έχουν γίνει προσχώσεις στον θαλάσσιο χώρο. * * * τὰ, σπαν …
4πανία — Το αρχαιότατο όνομα της Αρκαδίας της Πελοποννήσου. Το όνομα αυτό προέρχεται από εκείνο του θεού Πάνα. Π. λεγόταν και επίνειο της Κιλικίας στο Aλήιο πεδίο. Η θέση του δεν εξακριβώθηκε γιατί έχουν γίνει προσχώσεις στον θαλάσσιο χώρο. * * * ἡ, Α… …
5Πανιά — Πανιάς fem voc sg …
6Πάνια — Πά̱νια , Πάνιον temple of Pan neut nom/voc/acc pl Πάνιος neut nom/voc/acc pl …
7ιστία — Πανιά από φυσικό ή συνθετικό ύφασμα που εκμεταλλεύονται τον άνεμο ως κινητήρια δύναμη για τα ιστιοφόρα σκάφη. Η ωφέλιμη δύναμη για την πρόωση δίνεται από τη διαφορά πίεσης μεταξύ της εξωτερικής και της εσωτερικής πλευράς του ι. (φαινόμενο… …
8πανίας — πανίᾱς , πανία fem acc pl πανίᾱς , πανία fem gen sg (attic doric aeolic) …
9πανίαν — πανίᾱν , πανία fem acc sg (attic doric aeolic) …
10Πανίας — Πανίᾱς , Πάνιος fem acc pl Πανίᾱς , Πάνιος fem gen sg (attic doric aeolic) …